του Γιάννη Κουτσοκώστα
Και ξαφνικά η πίστα γέμισε. Με όλα τα «μωρά», παλιά και νέα. Στην πίστα «παλιοί» πολιτικοί με τη... λεοντή της νιότης και νέοι, που... πάλιωσαν μέσα σε λίγες μέρες παραδομένοι ψυχή τε και σώματι στις... σειρήνες και τη γοητεία της εξουσίας.
Και από κοντά ο Σόιμπλε, ο Ντάισελμπλουμ και οι λοιπές δυνάμεις του ευρωπαϊκού κατεστημένου. Νυν υπερ πάντων αγών. Για την... παρτίδα τους και όχι για την πατρίδα μας. Σε μια θαυμαστή συγχορδία όλοι αυτοί γίνονται κήρυκες του χάους. Υπαρκτά κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά προβλήματα, καθυστερήσεις, δυστοκίες και ανεπάρκειες μπαίνουν στον μεγεθυντικό φακό της προπαγάνδας, διογκώνονται, διαστρεβλώνονται και επιχειρείται να εμφανιστούν ως προμηνύματα μιας επικείμενης καταστροφής για τη χώρα, την κυβέρνηση, την ίδια την πολιτική.
Στήνουν σκηνικό Ιουλίου
Το σκηνικό μοιάζει βγαλμένο από τις καυτές ημέρες του περασμένου Ιουλίου. Τότε που η οικονομική ελίτ της χώρας, το πολιτικό - μιντιακό σύστημα και το ευρωπαϊκό κατεστημένο είχαν κάνει τα πάντα για να ψηφίσουν... σωστά οι Έλληνες πολίτες στο δημοψήφισμα. Τώρα τα δεδομένα είναι διαφορετικά, αλλά ο στόχος παραμένει ίδιος. Να υπονομεύσουν, να φθείρουν και, αν τα καταφέρουν τελικά, να ανατρέψουν την εκλεγμένη κυβέρνηση της Αριστεράς γιατί στράφηκε εναντίον τους.
Γιατί, παρά τα λάθη και τις αστοχίες, τις παραλείψεις και τις υποχωρήσεις, ακόμα και τις ανοησίες, παραμένει η βασική πολιτική δύναμη που απειλεί το καθεστώς τους, αμφισβητεί το σύστημα εξουσίας τους, προβάλλει και διεκδικεί έναν άλλο δρόμο για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Τότε, τον Ιούλιο, έχασαν. Τώρα οι συνθήκες έχουν αλλάξει.
Τότε η κυβέρνηση δεν είχε... παρελθόν, τώρα έχει. Τότε δεν είχε ακόμα φορτωθεί στις πλάτες της το τρίτο Μνημόνιο, τώρα το υλοποιεί. Τότε περίσσευε η ελπίδα, η άγνοια του κινδύνου, η όρεξη για δουλειά, η προσμονή για τις αλλαγές, που θα έρχονταν. Και οι «αντίπαλοι» ήταν στριμωγμένοι στα σχοινιά, αδύναμοι, αναξιόπιστοι, εγκλωβισμένοι στη δίνη των προβλημάτων που προκάλεσαν οι πολιτικές τους και οδήγησαν τη χώρα και την κοινωνία στην καταστροφή.
Τώρα περισσεύουν η περίσκεψη, η αμφιβολία και ο φόβος. Οι «αντίπαλοι» έχουν ανασκουμπωθεί, έχουν μακιγιαριστεί, έχουν σενιαριστεί και τα παίζουν όλα για όλα για να επανέλθουν. Και βαράνε με την παραμικρή αφορμή. Επί δικαίους και αδίκους. Άγρια, μεθοδικά, συνήθως με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη και κατευθείαν πάνω στη λογική.
Κόπτονται -για παράδειγμα- για το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Αυτοί που διαχρονικά ουδέποτε αναγνώρισαν κανένα πλεονέκτημα στην Αριστερά, που, όταν δεν την εξόριζαν και την εκτελούσαν, την ήθελαν για ντεκόρ και συμπληρωματική δύναμη στο πολιτικό σύστημα, τώρα... ανησυχούν για την... ηθική της. Δεν πείθουν.
Εξανίστανται για παράδειγμα γιατί -λέει- η Αριστερά διορίζει τα ...δικά της παιδιά. Αυτοί που διόρισαν τη μισή Ελλάδα στο Δημόσιο, κάνουν τον Σχινά ...τριχιά και εκμεταλλεύονται μεμονωμένες περιπτώσεις, νόμιμων αλλά επικοινωνιακά άστοχων επιλογών μετακλητών υπαλλήλων για να ισχυριστούν ότι η Αριστερά στήνει το δικό της κομματικό κράτος. Δεν είναι αλήθεια.
Πάρτε ακόμα για παράδειγμα τους αγρότες και τις κινητοποιήσεις τους. Μέχρι πριν από δύο χρόνια τα μπλόκα στους δρόμους ήταν για τα περισσότερα media περίπου αντικοινωνικές και αντεθνικές ενέργειες. Τώρα είναι απλά μια απολύτως δίκαιη και θεμιτή διεκδίκηση. Είναι υποκρισία.
Το δηλητήριο του Σόιμπλε
Και μετά ήρθε ο Σόιμπλε. Σαν έτοιμος από καιρό, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών φρόντισε να ρίξει και αυτός από το Νταβός το δηλητήριό του, με τη γνωστή απαξιωτική ατάκα για τον Έλληνα πρωθυπουργό. Όταν συνειδητοποίησε τις αντιδράσεις, προσπάθησε να ανασκευάσει αλλά αυτό δεν κρύβει την ουσία. Ότι δηλαδή ο χερ του Βερολίνου δεν αντέχει την κυβέρνηση της Αριστεράς και τον Τσίπρα. Του κάθεται στο... στομάχι. Πολύ θα ήθελε να τη δει να αποτυγχάνει, να απαξιώνεται, να μην αντέχει και πολύ θα ήθελε στη θέση του Τσίπρα να δει το πουλέν του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού, τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Οι λόγοι είναι καθαρά πολιτικοί. Γιατί η κυβέρνηση της Αριστεράς ήταν η πρώτη που έριξε τον σπόρο της αμφισβήτησης των πολιτικών της λιτότητας και επιχείρησε να περιγράψει έναν άλλο δρόμο για την Ευρώπη. Τότε ήταν σχεδόν μόνη. Τώρα δεν είναι. Η τρομοκρατία και η προσφυγική κρίση έχουν διαφοροποιήσει τα δεδομένα και έχουν θέσει τις ευρωπαϊκές ηγεσίες μπροστά σε νέα διλήμματα και νέες προκλήσεις. Η Ευρώπη δεν μπορεί να συνθλιβεί στις συμπληγάδες της οικονομικής βαρβαρότητας ή του κοινωνικού εκφασισμού. Έστω και αργά, έστω και αναγκαστικά, θα υποχρεωθεί να αναζητήσει άλλους δρόμους μακριά από τις λογικές του Σόιμπλε και της Λεπέν. Αλλιώς δεν έχει μέλλον.