Η υπόθεση, όμως, της ανάπτυξης είναι μια υπόθεση που αφορά πρώτα και κύρια την κοινωνική πλειοψηφία. Και αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί με μειώσεις μισθών, εκκαθαρίσεις δικαιωμάτων, κρατική προστασία μιας ολιγαρχίας του πλούτου και καταδίκη της κοινωνικής πλειοψηφίας στο περιθώριο και στην ανέχεια. Και τούτο διότι όλα τα παραπάνω όχι μόνο δεν συνάδουν με τις παραδόσεις και τις κατακτήσεις της ευρωπαϊκής ηπείρου αλλά έχουν αποδειχτεί και οικονομικά αναποτελεσματικά.
Ο δρόμος της εξόδου προϋποθέτει μια πολιτική προστασίας της εργασίας, στήριξης της ενεργού ζήτησης και ρύθμισης του οικονομικού περιβάλλοντος ώστε οι κανόνες να ισχύουν για όλους. Με αυτό το πολιτικό οπλοστάσιο και με αυτές τις θέσεις κατέρχεται εξάλλου η ελληνική κυβέρνηση στην επικείμενη διαπραγμάτευση για τα εργασιακά. Διότι προϋπόθεση της δίκαιης ανάπτυξης είναι να κλείσει οριστικά και αμετάκλητα ο κύκλος της εσωτερικής υποτίμησης και της εργασιακής απορρύθμισης.