Της ΝΤΙΝΑ ΒΑΪΟΥ
Με αφορμή τις μικρές και μεγάλες καταιγίδες που χτύπησαν τον χώρο της ανανεωτικής αριστεράς από το καλοκαίρι κι εδώ, αλλά και την 3η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, οι σελίδες της Αυγής και της Εποχής κατακλύσθηκαν από αναλύσεις, απόψεις, θέσεις. Δεν είναι στόχος αυτού του κειμένου να σχολιάσει, και μάλιστα εκ των υστέρων, τους παράλληλους μονόλογους, όπως έμοιαζαν στα μάτια (ή στα αυτιά) κάποιων που δεν γνωρίζουν τις λεπτομέρειες των εσωτερικών συσχετισμών και αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε «συνιστώσες», «τάσεις» ή όπως αλλιώς (αυτο)προσδιορίζονται οι πολιτικές ομάδες που συναποτελούν τον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό που θέλω να επισημάνω είναι μια πολύ ηχηρή απουσία: με ελάχιστες εξαιρέσεις έλλειψε η προβληματική που συνδέεται με την «τρίτη σημαία», εκείνη τη μώβ, που εμφανίζεται στο σήμα του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδοτώντας τις έμφυλες ανισότητες. Κι αυτό παρά τις θέσεις που έχει επεξεργαστεί το Δίκτυο Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ από τη συγκρότησή του, τον Απρίλιο του 2008. Δεν πρόκειται για μια «παράλειψη» που διορθώνεται προσθέτοντας… ολίγον γυναίκες ή δυο φράσεις στα προγραμματικά ή άλλα κείμενα - πάντα με δυσανάλογα μεγάλη προσπάθεια και πίεση από την πλευρά των γυναικών για τα αυτονόητα. Πρόκειται για μια κουλτούρα που φέρνει την ανανεωτική αριστερά πολλά βήματα πίσω από εκεί που βρισκόταν προ 25ετίας ως προς την κατανόηση του κοινωνικού περίγυρου και άρα των δυνατοτήτων να δράσει αποτελεσματικά μέσα σ’ αυτόν. Μια κουλτούρα που συχνά χρησιμοποιεί δημόσια ένα λόγο υποτιμητικό για τις γυναίκες, τόσο προφορικά (από τον ραδιοφωνικό σταθμό) όσο και γραπτά (από τις δύο εφημερίδες), στο όνομα ενός ακατανόητου «χιούμορ» ή μιας περιρρέουσας «μαγκιάς», η οποία διαμορφώνει ένα πεδίο ανοχής, αν όχι αποδοχής του σεξισμού.
Το παράδειγμα της επισφαλούς εργασίας, που βρίσκεται τελευταία στο επίκεντρο των προβληματισμών, είναι μια μικρή σχετική εικονογράφηση. Η περιρρέουσα αντίληψη είναι πως «μας αναγκάζει η κρίση που πλήττει τεράστια μερίδα του πληθυσμού» να αγνοούμε τις «άλλες» αντιθέσεις στην κοινωνία (βλ. συνέντευξη Α.Τ. στην Εποχή, 25/10/09). Το πρόβλημα είναι όμως πως οι αντιθέσεις δεν είναι «άλλες», πως προσπερνώντας τις έμφυλες ανισότητες διατυπώνεται μια ανάλυση στην καλύτερη περίπτωση ελλιπής και στη χειρότερη λάθος, στη βάση της οποίας σχεδιάζονται αντίστοιχα και οι πολιτικές προτάσεις.
Ένα ολόκληρο αφιέρωμα στην επισφάλεια της εργασίας (Εποχή 22/11/09) δεν είχε ούτε μια λέξη να πει για το γεγονός ότι πρόκειται κυρίως για (νέες) γυναίκες, ντόπιες και μετανάστριες που, για πολλούς και με ακρίβεια τεκμηριωμένους πλέον λόγους, βρίσκονται στις πιο επισφαλείς θέσεις εργασίας. Ακόμη, χρειάστηκε η τραγική επίθεση στην Κ. Κούνεβα για να πεισθούν τα συνδικαλιστικά στελέχη (και) της ανανεωτικής αριστεράς, μετά από μεγάλη πίεση και κινητοποίηση γυναικών, πως οι λεγόμενες άτυπες μορφές εργασίας είναι κανόνας κι όχι εξαίρεση, πως οι καθαρίστριες (όπως και οι φασονίστριες, οι πωλήτριες, κ.λπ.) είναι «πραγματικές εργαζόμενες», πως οι ζωές πολλών εργαζομένων γυναικών έχουν γίνει αναλώσιμες - πως μια αριστερή πολιτική για τον κόσμο της εργασίας δεν μπορεί να έχει ως πρότυπο έναν «εργαζόμενο» που δεν ενδημεί σ’ αυτή τη χώρα.
Η εστίαση στην εργασία δεν θέλει καθόλου να υποβαθμίσει άλλα μεγάλα θέματα που έχουν απασχολήσει το Δίκτυο Γυναικών και, από μία αρνητική μάλλον σκοπιά, όλο τον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο λόγος για την ισάριθμη εκπροσώπηση γυναικών ως θεμελιώδες ζήτημα δημοκρατίας, για τη βία κατά των γυναικών, για τη μετανάστευση, για τον λόγο που διατυπώνει και η «δική μας» αριστερά και πολλά ακόμη, που δεν χωράνε σε μια σύντομη Συνάντηση. Θέματα που απαιτούν διαφορετικές αξιολογήσεις για την «κύρια» και τις «άλλες» κοινωνικές αντιθέσεις, για τους τρόπους προσέγγισης της κοινωνικής πραγματικότητας, καθώς και για τη συγκρότηση συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων στο πλαίσιο της ανανεωτικής αριστεράς.
* Η Ντίνα Βαΐου είναι καθηγήτρια στο Ε.Μ.Πολυτεχνείο
ΠΗΓΗ:ΕΦΗΜ.ΑΥΓΗ