Ιστορία πρώτη: Λίγο μετά τις πυρκαγιές της Ηλείας του 2007, μία ομάδα πανεπιστημιακών και σπουδαστών του Πολυτεχνείου της Αθήνας ανέλαβε την πρωτοβουλία να κατέβει στη νοτιοδυτική
Πελοπόννησο, για να βοηθήσει στα μετά την καταστροφή. Ανάλογη κίνηση έγινε και από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο. Η πρωτοβουλία εμπλουτίστηκε με τη συνεργασία των τοπικών κινήσεων οι οποίες είχαν αναπτυχθεί εκεί. Ζητούμενα ήσαν οι αιτίες, τα επιχειρησιακά λάθη, οι σωστικές ενέργειες που έπρεπε να αρχίσουν αμέσως, το ολοκληρωμένο σχέδιο για την αναγέννηση των κατεστραμμένων τόπων, η αναβίωση των ρημαγμένων οικισμών. Στις αρχές του 2008 η πολυτεχνειακή ομάδα ολοκλήρωσε τη μελέτη της για τις πυρόπληκτες περιοχές. Ξεκινούσε από το χρονικό της καταστροφής, την εκτενή καταγραφή των ζημιών σε όλα τα επίπεδα του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και έφθανε στη χωροταξική πρόταση βιώσιμης οικολογικής ανασυγκρότησης της Ηλείας όπως και σε σχέδια για την αναβίωση των χωριών. Η έρευνα παρουσιάστηκε δημόσια και παραδόθηκε, ως προσφορά του Πολυτεχνείου, στους κυβερνητικούς υπεύθυνους. Λίγο νωρίτερα είχε ολοκληρωθεί και η μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου. Η εξουσία όμως φρονούσε ότι αυτά ήσαν περιττά. Ότι το ολοκαύτωμα των δασών της Πελοποννήσου, η καταστροφή των χωριών, ο θάνατος αποκλεισμένων κατοίκων, οι φλόγες σε μουσεία και μεσαιωνικές εκκλησίες ήταν κάτι αναπότρεπτο. Ήταν το μεταφυσικό μοιραίο, που ο "στρατηγός άνεμος" μετέτρεψε σε ανεξέλεγκτο φυσικό φαινόμενο, απέναντι στο οποίο οι κρατούντες στάθηκαν με δέος απαθείς. Σήμερα, η αρμόδια επιτροπή της Βουλής διαπιστώνει στα πορίσματά της, για εκείνες τις πυρκαγιές, μία δεύτερη καταστροφή, σε συνέχεια της πρώτης. Τα αποτελέσματά της, στα φυσικά, δημογραφικά και οικονομικά δεδομένα είναι πλέον εμφανή. Η ανυπαρξία ενός σοβαρού σχεδίου για την ανάκαμψη του άγριου φυσικού, του αγροτικού αλλά και του ανθρώπινου δυναμικού της Ηλείας οδήγησε σε πρόσθετες και μακράς διάρκειας επιπτώσεις∙ στον μαρασμό των οικισμών, στην οριστική απώλεια μεγάλων τμημάτων των δασών, στην εγκατάλειψη του πολιτιστικού πλούτου των καμένων περιοχών. Αυτά συνιστούν μεγαλύτερο πλήγμα από την ίδια την πυρκαγιά. Οι βλάβες θα ήταν κατά πολύ μικρότερες αν εκείνα που τότε επισημάνθηκαν και προτάθηκαν είχαν υλοποιηθεί.
Ιστορία δεύτερη: Η Σάμος καιγόταν κάθε καλοκαίρι. Κάποτε, σε δυο-τρία χωριά, παρέες οι οποίες δεν άντεχαν να ζουν συνεχώς με τον τρόμο της αστοχίας ή της εγκατάλειψης από την κρατική μηχανή, έστησαν εθελοντικές ομάδες δασοπυρόσβεσης. Οργανώθηκαν, έμαθαν, τα πήγαν καλά. Αντί να περιμένουν πότε θα έλθουν τα πυροσβεστικά αεροπλάνα ή ο στρατός να τους σώσει, άρχισαν να βγαίνουν οι ίδιοι μπροστά χτυπώντας τις πύρινες εστίες στα χωράφια, στα δάση γύρω από τα χωριά τους, στο ξεκίνημά τους. Όταν το 2000 η ανικανότητα της πολιτικής και επιχειρησιακής διοίκησης οδήγησε στο να καεί το νησί, από τις νότιες ώς τις βόρειες ακτές του, το παράδειγμα των πρώτων ενέπνευσε πολλούς. Κάθε χωριό και πόλη της Σάμου απέκτησε εθελοντικό κλιμάκιο πυρόσβεσης. Με "ρεφενέ", με αυτοσχεδιασμούς, με εμπλοκή των δήμων και των κοινοτήτων, με δωρεές ξενιτεμένων, έφτασαν σήμερα να μετρούν 83 πυροσβεστικά οχήματα και περίπου 850 έμπειρους δασοπυροσβέστες, απλούς πολίτες όλων των ηλικιών. Ανέπτυξαν σύστημα επικοινωνίας με ασυρμάτους, που λειτουργούν σε καφενεία, σε παραλίες, σε σπίτια, σε μαγαζιά, το οποίο είναι συντονισμένο με αυτό της πυροσβεστικής υπηρεσίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι κάθε πυρκαγιά εντοπίζεται μέρα ή νύχτα, τη στιγμή που ξεσπάει. Στις περισσότερες των περιπτώσεων ελέγχεται ή και σβήνεται μέσα στις κρίσιμες πρώτες ώρες. Η γνώση του γεωφυσικού αναγλύφου, η διασπορά της εποπτείας σε όλη την έκταση του νησιού, η οργάνωση των μικρών κλιμακίων από φίλους και συντοπίτες, μαζί με την αίσθηση του ότι προστατεύουν τον δικό τους τόπο τους έκαναν αποτελεσματικούς και περήφανους για το έργο τους. Πέρυσι το εθελοντικό δίκτυο της Σάμου μαζί με το αντίστοιχο της Ικαρίας έστειλαν σημαντική βοήθεια στη φλεγόμενη Χίο, πυροσβέστες και οχήματα. Από τη μοιρολατρία οι νησιώτες πέρασαν στη συλλογική αυτενέργεια, μπροστά στην ανάγκη να τα βάλουν με τη μόνιμη απειλή που σημάδευε τη ζωή και τη γη τους.
Κλείνοντας τις δύο αυτές ιστορίες, ας κρατήσουμε την ιδέα πως ένα άλλο πρότυπο οργάνωσης της κοινωνίας είναι εδώ, μπρος στα μάτια μας. Υπάρχει χάρη στη γνώση και τη συλλογική δύναμη, είναι πιο αποτελεσματικό από το σημερινό καθεστωτικό πρότυπο. Το πρότυπο αυτό δεν αφορά μόνο τις πυρκαγιές.