Τα καημένα τα παιδιά
* Ο Ν. Τσαφταρίδης είναι ΕΕΔΙΠ Α' βαθμίδας Μουσικής
Αγωγής, Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία, Πανεπιστήμιο
Αθηνών
Του Νικόλα
Τσαφταρίδη
Αυτή η
έκφραση ακούστηκε και ακούγεται πολλές φορές στις διάφορες τηλεοπτικές
εκπομπές
ενημέρωσης ή/και παραπληροφόρησης και γράφτηκε ακόμα περισσότερο στις
εφημερίδες που προσπαθούν να παρουσιάσουν τα φαινόμενα με δημοσιογραφική
«αντικειμενικότητα». Ακούστηκε επίσης από πολλούς πολιτικούς υπερασπιστές της
«εκπαιδευτικής πολιτικής» ενός υπουργείου που «φροντίζει» τη δημόσια
εκπαίδευση.
Τα καημένα
τα παιδιά που θέλουν να πάνε στο πανεπιστήμιο και οι κακοί διοικητικοί (που δεν
έχουν παιδιά) δεν τους αφήνουν.
Τα καημένα
τα παιδιά που θέλουν να δώσουν πανελλήνιες και οι άσπλαχνοι καθηγητές τους (που
δεν έχουν παιδιά) κάνουν απεργία.
Τα καημένα
τα παιδιά που θέλουν να μάθουν γράμματα και οι τεμπέληδες δάσκαλοί τους (που
όλως παραδόξως δεν έχουν ούτε αυτοί παιδιά) κρατάνε κλειστά τα σχολεία.
Τα καημένα
τα παιδιά που το ακριβοδίκαιο και πάνω από όλα της παιδείας υπουργείο
προσπαθεί να τους παρέχει καλύτερη και, το σημαντικότερο, επιστημονικά
σχεδιασμένη εκπαιδευτική πολιτική, ενώ σύσσωμη η εκπαιδευτική κοινότητα αντιδρά
γιατί χάνει τα προνόμιά της.
Και εδώ
τελειώνει το σύντομο ανέκδοτο.
Γιατί τα
καημένα τα παιδιά και πολύ περισσότερο οι γονείς τους ξέρουν ότι η εκπαίδευση,
για να είναι παιδεία και όχι parking παιδιών και εφήβων, απαιτεί τάξεις που να
μπορούν να χωράνε οι μαθητές μέσα σε αυτές. Απαιτεί σχολεία, γυμνάσια και
λύκεια σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, επειδή Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα, και όχι
να είναι αναγκασμένα, τα καημένα τα παιδιά να διανύουν πολλές φορές χιλιόμετρα
για να πάνε στα σχολεία τους. Απαιτεί τάξεις με νηπιαγωγούς, δασκάλους και
δασκάλες και όχι να λειτουργούν με μειωμένο προσωπικό σε σχολεία με πρόγραμμα -
λάστιχο όπου το ωράριο από ολοήμερο μετατρέπεται σε απλής βάρδιας λόγω έλλειψης
εκπαιδευτικού προσωπικού. Απαιτεί εκπαιδευτικούς ευχαριστημένους από την
αναγνώριση του έργου τους και όχι συνθλιμμένους από ένα υπουργείο που συνεχώς
τους απαξιώνει. Γιατί τα καημένα τα παιδιά χρειάζονται καθηγητές και
καθηγήτριες όλων των ειδικοτήτων και όχι την κατάργηση ή την υποβάθμιση των
διαφόρων ειδικοτήτων ακολουθώντας μια προκρούστεια λογική. Και επιπλέον, χρειάζονται
τη δημόσια τεχνική εκπαίδευση και όχι την αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών από
ιδιωτικά ιδρύματα, γιατί αυτά φυσικά δεν απευθύνονται στα «καημένα τα παιδιά»,
αλλά σε αυτά που έχουν να πληρώσουν.
Γιατί τα
καημένα τα παιδιά, εκτός από την εγγραφή τους στο πρώτο εξάμηνο, θα πρέπει να
σκεφτούν και τη συνέχιση των σπουδών τους στα επόμενα εξάμηνα. Ίσως και το
πιθανό μεταπτυχιακό τους, που δεν θα μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τους
διοικητικούς υπαλλήλους. Θα πρέπει να σκεφτούν ότι χωρίς εξειδικευμένους βιβλιοθηκάριους
δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις βιβλιοθήκες των σχολών τους. Χωρίς τους
φύλακες δεν μπορεί να υπάρξει η διαφύλαξη της περιουσίας του πανεπιστημίου,
χωρίς τους διοικητικούς υπαλλήλους, τους επιφορτισμένους με τη γραφειοκρατία
της εξεύρεσης κονδυλίων από τα προγράμματα, δεν θα υπάρχει ούτε η ελάχιστη
χρηματοδότηση για τη λειτουργία του πανεπιστημίου, χωρίς τη γραμματειακή
υποστήριξη δεν θα μπορούν να επικυρωθούν οι βαθμοί τους, να διορθώνονται ή να
προλαβαίνονται τα λάθη της ηλεκτρονικής μηχανοργάνωσης που γίνονται από τους
ίδιους τους φοιτητές και τις φοιτήτριες.
Γιατί τα
καημένα τα παιδιά, εκτός από τον βαθμό που περιμένουν για να πάρουν το πτυχίο
τους, θα πρέπει να σκεφτούν και τα αδέλφια τους που έρχονται μετά από αυτά και
τα παιδιά τους που θα έρθουν αργότερα.
Γιατί τα
καημένα τα παιδιά θα πρέπει να σκεφτούν ότι το πανεπιστήμιο στηρίζεται σε τρεις
πυλώνες, τους φοιτητές/τριες, τους διοικητικούς υπαλλήλους και τους διδάσκοντες
- καθένας με διακριτούς, αλλά ουσιαστικούς ρόλους.
Εκτός εάν τα
καημένα τα παιδιά βρίσκονται σε μια γυάλα.
Δεν έχουν
απολυμένους γονείς.
Δεν έχουν
οικονομικά προβλήματα.
Δεν έχουν
κοινωνικές ευαισθησίες.
Έχουν
άφθονους και αέναους οικονομικούς πόρους που έχουν εξασφαλίσει τις σπουδές των
παιδιών τους και γι' αυτό «θέλουν να πάρουν το πτυχίο τους και άσε τους άλλους
να κουρεύονται».