Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Βελτίωση της παιδείας για όλους και δημιουργία μιας κοινωνίας ίσων ευκαιριών



    Η υποκρισία των υποστηρικτών της αριστείας

    Του Ηρακλή Πλιάκη*
    Με αφορμή το γεγονός ότι η έναρξη της σχολικής χρονιάς συμπίπτει με την προεκλογική περίοδο, η δημόσια συζήτηση συχνά επικεντρώνεται στην εκπαίδευση. Θέματα αιχμής: τα κενά στα σχολεία και η αριστεία.
    Πίσω από τους υψηλούς τόνους και τις κατηγορίες περί αριστερής ιδεοληψίας κρύβεται μια ουσιαστική ιδεολογική αντιπαράθεση, που αφορά τη μελλοντική κατάσταση της δημόσιας εκπαίδευσης.
    Αρχικά, πρέπει να τονιστεί ότι τα κενά δεν είναι πρόβλημα που δημιουργήθηκε φέτος. Αντίθετα, αποτελούν συνέπεια των πολιτικών συνειδητής απαξίωσης της δημόσιας εκπαίδευσης της περιόδου 2010-14, που στιγματίστηκε από τη δραματική μείωση των προσλήψεων και τον μεγάλο αριθμό αποχωρήσεων - συνταξιοδοτήσεων εκπαιδευτικών.

    Η αποδυνάμωση σε στελεχιακό δυναμικό των σχολείων συνοδεύτηκε, από αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη, συγχωνεύσεις σχολείων, μείωση των δαπανών για την παιδεία και εν γένει χειροτέρευση των συνθηκών λειτουργίας του δημοσίου σχολείου. Επιστέγασμα των παραπάνω ήταν η μεταρρύθμιση του «Νέου Σχολείου», που σε συνδυασμό με την Τράπεζα Θεμάτων δημιούργησε ένα εξετασιοκεντρικό Λύκειο ανεβάζοντας κατακόρυφα τις δαπάνες της ελληνικής οικογένειας για φροντιστήρια και τη σχολική εγκατάλειψη.
    Παράλληλα, επεκτάθηκε ο θεσμός των Πρότυπων - Πειραματικών Σχολείων (ΠΠΣ), τα οποία κάλλιστα θα μπορούσαν να ονομαστούν σχολεία για λίγους, καθώς η πρόσβαση σ' αυτά γίνεται μέσω εξετάσεων. Ουσιαστικά πριμοδοτούνται όσοι μαθητές α) έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν φροντιστήρια και β) προέρχονται από οικογένειες με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Είναι προφανές λοιπόν ότι η πλειονότητα των μαθητών από λαϊκές οικογένειες ουσιαστικά αποκλείεται από τα ΠΠΣ. Ταυτόχρονα, τα υπόλοιπα σχολεία αποδυναμώνονται τόσο σε επίπεδο εκπαιδευτικού όσο και μαθητικού δυναμικού, με αποτέλεσμα την περαιτέρω υποβάθμισή τους.
    Με βάση τα παραπάνω δεν είναι δύσκολο να περιγράψουμε τον τρόπο με τον οποίο οι λεγόμενοι εκσυγχρονιστές και θιασώτες της αριστείας οραματίζονται την εκπαίδευση:
    * Εξαιρετικά υποβαθμισμένα σχολεία για τη συντριπτική πλειονότητα των μαθητών και ιδιαίτερα γι' αυτούς που προέρχονται από τα λιγότερο προνομιούχα κοινωνικά στρώματα.
    * Σταθερή μείωση του αριθμού των αποφοίτων του Γενικού Λυκείου και κατά συνέπεια των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
    * Περαιτέρω απαξίωση -ακόμα και με κατάργηση των δημοφιλών τομέων- των δημόσιων Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑΛ).
    * Αντικατάσταση του υψηλών προσόντων εργατικού δυναμικού με ένα χαμηλών προσόντων, ευάλωτο στη νέα μισθολογική τάξη πραγμάτων.
    * Δημιουργία «καλών» σχολείων για λίγους. Συχνά ακούμε για ένα ΠΠΣ ανά νομό. Ποιο θα είναι άραγε τότε το επίπεδο σπουδών των υπόλοιπων παιδιών του νομού; Πόσα λύκεια θα απομείνουν σε λίγα χρόνια αν επανέλθει το «Νέο Λύκειο», που, όπως καλά ξέρουν οι μαθητές, έδιωχνε τα παιδιά από το σχολείο;
    Όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν καταστροφολογίες. Από τον Σεπτέμβριο του 2013 μέχρι τον Ιανουάριο του 2015 οι μαθητές και οι οικογένειές τους τα ένιωσαν στο πετσί τους.
    Ευτυχώς, η νίκη της Αριστεράς στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 έβαλε φρένο στις επιδιώξεις όσων κρύβουν τον πραγματικό τους στόχο πίσω από την «αγάπη για την αριστεία» και έδωσε μια μεγάλη ανάσα στους μαθητές, στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς. Άλλωστε, η Αριστερά δεν μπορεί παρά να έχει αδιαπραγμάτευτο στόχο τη βελτίωση της παιδείας για όλους και τη δημιουργία μιας κοινωνίας ίσων ευκαιριών. Ταυτόχρονα απέδειξε έμπρακτα ότι υπάρχει περιθώριο να ασκηθεί -σε έναν βαθμό- διαφορετική πολιτική ακόμα και στα στενά πλαίσια των Μνημονίων.
    Πρέπει να μιλήσουμε ξεκάθαρα. Το πιο καλοσχεδιασμένο και καλοδιαφημισμένο σχέδιο ταξικής αντι-μεταρρύθμισης στην εκπαίδευση τέθηκε σε κίνδυνο. Γι' αυτό είναι λυσσαλέα -στα όρια του ακραίου λαϊκισμού και της κατασυκοφάντησης- η επίθεση των οπαδών της «αριστείας» σε όσους τόλμησαν να μπουν εμπόδιο στα σχέδιά τους.
    Το διακύβευμα λοιπόν των εκλογών -τουλάχιστον όσον αφορά την εκπαίδευση- είναι πολύ πιο ουσιαστικό. Αποτελεί μάχη για το μέλλον των παιδιών μας και της κοινωνίας μας. Όχι μόνο, λοιπόν, δεν πρόκειται να παραδώσουμε τα όπλα, αλλά θα κερδίσουμε αυτή τη μάχη.

    * Ο Ηρακλής Πλιάκης είναι εκπαιδευτικός, Ph.D. στη Διδακτική της Οικονομίας