Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΟΤΣΗ
Πιο θολό πολιτικό τοπίο και τέτοια ασάφεια και αβεβαιότητα για τις πολιτικές εξελίξεις δεν έχω ξαναδεί από τη Μεταπολίτευση και δώθε.
Πανίσχυρος επί τρεις δεκαετίες, ο δικομματισμός πνίγεται τώρα στην καθολική σχεδόν απαξία και καταρρέει, πέντε μόλις μήνες μετά τις κάλπες. Αν πρόκειται για συγκυριακό τέλμα και όχι για οριστικό τέρμα, όπως υποστηρίζει πάντα συγκρατημένος ο Φώτης Κουβέλης, σύντομα θα φανεί. Σημασία έχει ότι αυτή τη στιγμή δεν λειτουργεί σαν πλάστιγγα -με την αξιωματική αντιπολίτευση να καρπούται αυτομάτως την κυβερνητική φθορά και να διασφαλίζεται, έτσι, η αδιατάρακτη εναλλαγή των δύο κομμάτων στη διαχείριση της εξουσίας.
Κάτι πολύ περισσότερο: Η κρίση αξιοπιστίας δεν πλήττει απλώς τα δύο κόμματα εξουσίας. Οταν οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν το 80% του εκλογικού σώματος να αποδοκιμάζει την κυβέρνηση και το 95% την αξιωματική αντιπολίτευση, η κρίση νομιμοποίησης είναι αυταπόδεικτη. Και προφανώς πάσχει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Που σημαίνει -για να το κάνουμε πιο λιανά:
Πως ο Κ. Καραμανλής κακώς επαίρεται, μέσα κι έξω από τη Βουλή, ότι η κυβέρνησή του έχει πρόσφατη την εντολή της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού για αποφάσεις, ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις με σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία (Ασφαλιστικό, γενικό ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου με τις ξέφρενες αποκρατικοποιήσεις κ.ά.) και με απειλούμενες εθνικές δεσμεύσεις (Σκοπιανό, Κόσοβο). Σε απόλυτους αριθμούς, στις κάλπες του περασμένου Σεπτεμβρίου η Ν.Δ. υπερψηφίστηκε από το ένα τρίτο, μόλις, του εκλογικού σώματος. Και διασφάλισε οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, για να σχηματίσει ασταθή κυβέρνηση, αποκλειστικά με την πριμοδότηση του εκλογικού νόμου. Εκτοτε, σε λιγότερο από μισό χρόνο, φέρεται να έχει χάσει από την εκλογική της δύναμη 3,5 μονάδες -όσο ακριβώς είχε χάσει τα προηγούμενα τριάμισι χρόνια...
Ακόμη πιο ραγδαία (και αναπάντεχη) είναι, κατά τις δημοσκοπήσεις, η φθορά του ΠΑΣΟΚ. Για προϊούσα καθίζηση πρόκειται, που απορρυθμίζει το δικομματικό σύστημα, αφού δεν υπάρχει πειστική εναλλακτική πρόταση στην κυβερνητική αναξιοπιστία, αδυναμία και ανεπάρκεια. Καθίζηση που, αν δεν ανακοπεί μετά το επικείμενο συνέδριο, θα επιτείνει τις διαλυτικές τάσεις, που καλλιεργούν έδαφος πρόσφορο για νέα σχήματα.
Το βέβαιον είναι, έτσι κι αλλιώς, ότι η διαρκώς και ευλόγως διογκούμενη κοινωνική δυσαρέσκεια δεν βρίσκει πολιτική έκφραση στη σημερινή κομματική διάταξη:
Το μόνο πολιτικό σχήμα που εμφανίζεται εντυπωσιακά ενισχυμένο, μέσα σ' αυτή την κρίση, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Για να ακριβολογούμε πάντως σε πολύ μικρότερο βαθμό ευνοημένο είναι και το κόμμα του Γ. Καρατζαφέρη ΛΑΟΣ -με την προκλητική, σκόπιμη και ύποπτη καθημερινή προβολή του από όλα τα ιδιωτικά κανάλια.
Σε συνεχή άνοδο, επιβεβαιωμένη και στις κάλπες, η λαϊκή επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχθηκε σε απρόσμενα ύψη κατά το πρόσφατο υποδειγματικό συνέδριο του Συνασπισμού, με τη θριαμβευτική εκλογή του Αλέξη Τσίπρα ως νέου ηγέτη του κόμματος.
Αυτό το γελαστό παιδί έχει κιόλας ταρακουνήσει την πολιτική σκηνή και ανάγκασε τα ΜΜΕ να στρέψουν πάνω του τους προβολείς τους. Η ευρύτατη κοινωνική απήχηση του τολμηρού πειράματος, με εμπνευστή και πρωτεργάτη τον Αλέκο Αλαβάνο, έχει ήδη βγάλει από το περιθώριο την ανανεωτική Αριστερά και την εξοπλίζει με μια δυναμική καταλύτη των πολιτικών εξελίξεων.
Αυτό το φωτεινό πρόσωπο, που αντανακλά και συμβολίζει αισιοδοξία κι ελπίδα, δεν αναζωογονεί μόνο μια γηρασμένη, καταπονημένη και καθημαγμένη Αριστερά, που από καιρό δεν συγκινεί τα μεγάλα πλήθη. Το έχει ανάγκη η φοβική κοινωνία μας της παρακμής, της ανασφάλειας, του ζόφου και της αφασίας.
Με το νεποτισμό να κυριαρχεί στο δημόσιο βίο, μάθαμε να μη μας ξενίζει η σε μικρή ηλικία είσοδος στον πολιτικό στίβο μόνον όταν πρόκειται για κανακάρηδες από πολιτικά τζάκια.
Νεότατος ο Αλ. Τσίπρας δεν κληρονόμησε στρωμένη πολιτική καριέρα, δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός, δεν εξαγόρασε θώκους κι ούτε προήλθε από το δοκιμαστικό σωλήνα κάποιας κομματικής γραφειοκρατίας. Στους δρόμους ανθρώθηκε, ως διαδηλωτής με τη γροθιά ψηλά και κυρίαρχο το σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Στα πολύχρωμα νεανικά κινήματα για τη σωτηρία του πλανήτη από τον περιβαλλοντικό όλεθρο και ενάντια στην ασυδοσία της αγοράς και τον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης.
Στην κοινωνία προσβλέπει και όχι σε κομματικά παζάρια κορυφής για να ανατραπεί με οργανωμένη πίεση «από τα κάτω» ο σημερινός πολιτικός συσχετισμός και να διαμορφωθεί, σε αριστερή κατεύθυνση και με σαφές ριζοσπαστικό στίγμα, εναλλακτική λύση στο πολιτικό αδιέξοδο.
Ο δικομματισμός στήριξε την κυριαρχία του στην κατασκευασμένη με επικοινωνιακή χειραγώγηση κοινωνική συναίνεση. Με τη συστηματική αποξένωση των πολλών από τα κέντρα αποφάσεων και την αποπολιτικοποίησή τους. Σε μια κοινωνία παραίτησης, απάθειας και με συντηρητικά ανακλαστικά, που συνήθισε να καταπίνει αμάσητα και να ανέχεται τα πάντα -ώσπου έπιασε πάτο...
Αν αυτή η κοινωνία δεν ξεκολλήσει από τον καναπέ και ο χαύνος τηλεθεατής δεν ξαναγίνει συνειδητός πολίτης που αντιστέκεται, διεκδικεί και παλεύει, δεν υπάρχει ελπίδα.
Σε χθεσινό άρθρο του («Κυριακάτικη Ε») ο Αλ. Τσίπρας επιμένει εύστοχα:
«Από την "κοινωνία των αντιστάσεων" θα προωθηθεί μια νέα ατζέντα για τις εργασιακές σχέσεις, το κοινωνικό κράτος, τον δημόσιο χώρο, το περιβάλλον, τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα. (...) Η πρώτη και πιο σοβαρή πολιτική μάχη δίνεται μέσα στην κοινωνία...».
Οι δημοσκοπήσεις είναι ενθαρρυντικές, αφού αποκαλύπτουν ένα συνεχώς διευρυνόμενο ακροατήριο.
Αλλά, σίγουρα, «τώρα αρχίζουν τα δύσκολα».
Παρά την τολμηρή ανανέωση στο ηγετικό της επιτελείο, τα ερείσματα στην κοινωνία της ανανεωτικής Αριστεράς παραμένουν ακόμη περιορισμένα. Και η εμβέλεια του λόγου της θα εξελίσσεται αντιστρόφως ανάλογα προς τις θετικές δημοσκοπήσεις. Τα τηλεοπτικά χαϊδέματα στο εντυπωσιακό «φαινόμενο Τσίπρας» θα σταματήσουν, αν αρχίσει να γίνεται πραγματικά επικίνδυνο. Οσο διευρύνεται η κοινωνική απήχηση τόσο θα συρρικνώνεται επικοινωνιακά από τη «μιντιοκρατία», που δεσπόζει στα παράκεντρα εξουσίας και χαλκεύει τα δικά της σχέδια (και σχήματα) διεξόδου από την πολιτική κρίση.
Ανέκαθεν, ωστόσο, για τα δύσκολα ήταν η Αριστερά.
Πανίσχυρος επί τρεις δεκαετίες, ο δικομματισμός πνίγεται τώρα στην καθολική σχεδόν απαξία και καταρρέει, πέντε μόλις μήνες μετά τις κάλπες. Αν πρόκειται για συγκυριακό τέλμα και όχι για οριστικό τέρμα, όπως υποστηρίζει πάντα συγκρατημένος ο Φώτης Κουβέλης, σύντομα θα φανεί. Σημασία έχει ότι αυτή τη στιγμή δεν λειτουργεί σαν πλάστιγγα -με την αξιωματική αντιπολίτευση να καρπούται αυτομάτως την κυβερνητική φθορά και να διασφαλίζεται, έτσι, η αδιατάρακτη εναλλαγή των δύο κομμάτων στη διαχείριση της εξουσίας.
Κάτι πολύ περισσότερο: Η κρίση αξιοπιστίας δεν πλήττει απλώς τα δύο κόμματα εξουσίας. Οταν οι δημοσκοπήσεις εμφανίζουν το 80% του εκλογικού σώματος να αποδοκιμάζει την κυβέρνηση και το 95% την αξιωματική αντιπολίτευση, η κρίση νομιμοποίησης είναι αυταπόδεικτη. Και προφανώς πάσχει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Που σημαίνει -για να το κάνουμε πιο λιανά:
Πως ο Κ. Καραμανλής κακώς επαίρεται, μέσα κι έξω από τη Βουλή, ότι η κυβέρνησή του έχει πρόσφατη την εντολή της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού για αποφάσεις, ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις με σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία (Ασφαλιστικό, γενικό ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου με τις ξέφρενες αποκρατικοποιήσεις κ.ά.) και με απειλούμενες εθνικές δεσμεύσεις (Σκοπιανό, Κόσοβο). Σε απόλυτους αριθμούς, στις κάλπες του περασμένου Σεπτεμβρίου η Ν.Δ. υπερψηφίστηκε από το ένα τρίτο, μόλις, του εκλογικού σώματος. Και διασφάλισε οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, για να σχηματίσει ασταθή κυβέρνηση, αποκλειστικά με την πριμοδότηση του εκλογικού νόμου. Εκτοτε, σε λιγότερο από μισό χρόνο, φέρεται να έχει χάσει από την εκλογική της δύναμη 3,5 μονάδες -όσο ακριβώς είχε χάσει τα προηγούμενα τριάμισι χρόνια...
Ακόμη πιο ραγδαία (και αναπάντεχη) είναι, κατά τις δημοσκοπήσεις, η φθορά του ΠΑΣΟΚ. Για προϊούσα καθίζηση πρόκειται, που απορρυθμίζει το δικομματικό σύστημα, αφού δεν υπάρχει πειστική εναλλακτική πρόταση στην κυβερνητική αναξιοπιστία, αδυναμία και ανεπάρκεια. Καθίζηση που, αν δεν ανακοπεί μετά το επικείμενο συνέδριο, θα επιτείνει τις διαλυτικές τάσεις, που καλλιεργούν έδαφος πρόσφορο για νέα σχήματα.
Το βέβαιον είναι, έτσι κι αλλιώς, ότι η διαρκώς και ευλόγως διογκούμενη κοινωνική δυσαρέσκεια δεν βρίσκει πολιτική έκφραση στη σημερινή κομματική διάταξη:
Το μόνο πολιτικό σχήμα που εμφανίζεται εντυπωσιακά ενισχυμένο, μέσα σ' αυτή την κρίση, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Για να ακριβολογούμε πάντως σε πολύ μικρότερο βαθμό ευνοημένο είναι και το κόμμα του Γ. Καρατζαφέρη ΛΑΟΣ -με την προκλητική, σκόπιμη και ύποπτη καθημερινή προβολή του από όλα τα ιδιωτικά κανάλια.
Σε συνεχή άνοδο, επιβεβαιωμένη και στις κάλπες, η λαϊκή επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχθηκε σε απρόσμενα ύψη κατά το πρόσφατο υποδειγματικό συνέδριο του Συνασπισμού, με τη θριαμβευτική εκλογή του Αλέξη Τσίπρα ως νέου ηγέτη του κόμματος.
Αυτό το γελαστό παιδί έχει κιόλας ταρακουνήσει την πολιτική σκηνή και ανάγκασε τα ΜΜΕ να στρέψουν πάνω του τους προβολείς τους. Η ευρύτατη κοινωνική απήχηση του τολμηρού πειράματος, με εμπνευστή και πρωτεργάτη τον Αλέκο Αλαβάνο, έχει ήδη βγάλει από το περιθώριο την ανανεωτική Αριστερά και την εξοπλίζει με μια δυναμική καταλύτη των πολιτικών εξελίξεων.
Αυτό το φωτεινό πρόσωπο, που αντανακλά και συμβολίζει αισιοδοξία κι ελπίδα, δεν αναζωογονεί μόνο μια γηρασμένη, καταπονημένη και καθημαγμένη Αριστερά, που από καιρό δεν συγκινεί τα μεγάλα πλήθη. Το έχει ανάγκη η φοβική κοινωνία μας της παρακμής, της ανασφάλειας, του ζόφου και της αφασίας.
Με το νεποτισμό να κυριαρχεί στο δημόσιο βίο, μάθαμε να μη μας ξενίζει η σε μικρή ηλικία είσοδος στον πολιτικό στίβο μόνον όταν πρόκειται για κανακάρηδες από πολιτικά τζάκια.
Νεότατος ο Αλ. Τσίπρας δεν κληρονόμησε στρωμένη πολιτική καριέρα, δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός, δεν εξαγόρασε θώκους κι ούτε προήλθε από το δοκιμαστικό σωλήνα κάποιας κομματικής γραφειοκρατίας. Στους δρόμους ανθρώθηκε, ως διαδηλωτής με τη γροθιά ψηλά και κυρίαρχο το σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Στα πολύχρωμα νεανικά κινήματα για τη σωτηρία του πλανήτη από τον περιβαλλοντικό όλεθρο και ενάντια στην ασυδοσία της αγοράς και τον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης.
Στην κοινωνία προσβλέπει και όχι σε κομματικά παζάρια κορυφής για να ανατραπεί με οργανωμένη πίεση «από τα κάτω» ο σημερινός πολιτικός συσχετισμός και να διαμορφωθεί, σε αριστερή κατεύθυνση και με σαφές ριζοσπαστικό στίγμα, εναλλακτική λύση στο πολιτικό αδιέξοδο.
Ο δικομματισμός στήριξε την κυριαρχία του στην κατασκευασμένη με επικοινωνιακή χειραγώγηση κοινωνική συναίνεση. Με τη συστηματική αποξένωση των πολλών από τα κέντρα αποφάσεων και την αποπολιτικοποίησή τους. Σε μια κοινωνία παραίτησης, απάθειας και με συντηρητικά ανακλαστικά, που συνήθισε να καταπίνει αμάσητα και να ανέχεται τα πάντα -ώσπου έπιασε πάτο...
Αν αυτή η κοινωνία δεν ξεκολλήσει από τον καναπέ και ο χαύνος τηλεθεατής δεν ξαναγίνει συνειδητός πολίτης που αντιστέκεται, διεκδικεί και παλεύει, δεν υπάρχει ελπίδα.
Σε χθεσινό άρθρο του («Κυριακάτικη Ε») ο Αλ. Τσίπρας επιμένει εύστοχα:
«Από την "κοινωνία των αντιστάσεων" θα προωθηθεί μια νέα ατζέντα για τις εργασιακές σχέσεις, το κοινωνικό κράτος, τον δημόσιο χώρο, το περιβάλλον, τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα. (...) Η πρώτη και πιο σοβαρή πολιτική μάχη δίνεται μέσα στην κοινωνία...».
Οι δημοσκοπήσεις είναι ενθαρρυντικές, αφού αποκαλύπτουν ένα συνεχώς διευρυνόμενο ακροατήριο.
Αλλά, σίγουρα, «τώρα αρχίζουν τα δύσκολα».
Παρά την τολμηρή ανανέωση στο ηγετικό της επιτελείο, τα ερείσματα στην κοινωνία της ανανεωτικής Αριστεράς παραμένουν ακόμη περιορισμένα. Και η εμβέλεια του λόγου της θα εξελίσσεται αντιστρόφως ανάλογα προς τις θετικές δημοσκοπήσεις. Τα τηλεοπτικά χαϊδέματα στο εντυπωσιακό «φαινόμενο Τσίπρας» θα σταματήσουν, αν αρχίσει να γίνεται πραγματικά επικίνδυνο. Οσο διευρύνεται η κοινωνική απήχηση τόσο θα συρρικνώνεται επικοινωνιακά από τη «μιντιοκρατία», που δεσπόζει στα παράκεντρα εξουσίας και χαλκεύει τα δικά της σχέδια (και σχήματα) διεξόδου από την πολιτική κρίση.
Ανέκαθεν, ωστόσο, για τα δύσκολα ήταν η Αριστερά.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 25/02/2008