Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012

Συνέντευξη τύπου του Α. Τσίπρα στη ΔΕΘ

Μερος 1ο
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ (Π. ΣΚΟΥΡΛΕΤΗΣ): Ευχαριστούμε για την ανταπόκρισή σας να παρευρεθείτε στη σημερινή συνέντευξη Τύπου που γίνεται στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, μια καθιερωμένη συνέντευξη με μεγάλη σημασία και για τη Βόρεια Ελλάδα αλλά νομίζω και ευρύτερα.
Επειδή χθες είχαμε τη δυνατότητα εκτενώς να σας παρουσιάσουμε τις απόψεις μας και για τη Βόρεια Ελλάδα και για τη χώρα μας και για την οικονομική κρίση και αναλυτικά σημεία του προγράμματός μας, σκεφτήκαμε, για να σας δοθεί η δυνατότητα να κάνετε πολλές ερωτήσεις και να έχουμε τη δυνατότητα ν’ ανταλλάξουμε απόψεις σε όλα τα φλέγοντα ζητήματα, να ξεκινήσουμε κατευθείαν με ερωτήσεις, χωρίς να υπάρχει η καθιερωμένη εισαγωγική ομιλία.
Να ξεκινήσουμε λοιπόν με την πρώτη ερώτηση.
Ν. ΡΟΥΜΠΟΣ («ΑΘΗΝΑΪΚΟ – ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ»): Καλημέρα. Κύριε Πρόεδρε, αν ήσαστε φοιτητής στο Harvard και ερχόταν ο κ. Παπανδρέου να διδάξει για την ελληνική κρίση, πώς θ’ αντιδρούσατε; Θα κάνατε κατάληψη; Θα σηκώνατε πανό; Ποια θα ήταν η αντίδρασή σας;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Ρούμπο, νομίζω ότι ο τελευταίος ο οποίος δικαιούται να διδάξει για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι ο κ. Παπανδρέου. Εκτός και αν το μάθημα Οικονομικής Θεωρίας σε πρωτοετείς φοιτητές στο Harvard ήταν τι δεν πρέπει να κάνει κάποιος για ν’ αντιμετωπίσει μια κρίση.
Σε σχέση με το ερώτημά σας, νομίζω ότι η διαμαρτυρία, η κοινωνική αντίσταση, πόσω δε μάλλον όταν προέρχεται από χώρους παραγωγής σκέψης όπως είναι τα Πανεπιστήμια, όπως πρέπει να είναι τα Πανεπιστήμια, είναι ευπρόσδεκτη. Υπό αυτή την έννοια θα ήθελα να σας πω ότι βεβαίως θα διαμαρτυρόμουν κι εγώ αν ήμουν φοιτητής, όπως και το ότι πρέπει να είμαστε θετικοί απέναντι στη διαμαρτυρία ή στην κινητοποίηση, ιδιαίτερα όταν αυτή προέρχεται από τους νέους ανθρώπους.
Σε ό,τι αφορά το αν θα κάναμε κατάληψη ή αν δε θα κάναμε κατάληψη, ακούστε: Η κλίμακα της αντίστασης και της διαμαρτυρίας νομιμοποιείται από την αποδοχή της από το κοινωνικό σύνολο και από το δημοκρατικό των διαδικασιών μας μέσα από τις οποίες λαμβάνονται αυτές οι αποφάσεις.
Κάποιες άλλες εποχές, μέσα από μια κατάληψη, το 1973, δόθηκε η δυνατότητα όλος ο ελληνικός λαός να εκφράσει την αντίδρασή του σ’ ένα καθεστώς επτάχρονης τυραννίας και να δοθεί αυτό το μήνυμα σε όλη την Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Βεβαίως υπάρχουν και περιπτώσεις όπου το μέσο εκφυλίζεται, το μέσο της αντίστασης, το μέσο της διαμαρτυρίας εκφυλίζεται και αυτό συμβαίνει όταν οι αποφάσεις δε λαμβάνονται μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και όταν δεν υπάρχει κοινωνική συμπαράσταση στο αίτημα. Πάντως νομίζω ότι σε σχέση με το ερώτημά σας είναι λίγο οξύμωρο, διότι στο Harvard θα ήταν λίγο δύσκολο να γίνει κατάληψη.
Γ. ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΥ («ΕΤ-3»): Κύριε Πρόεδρε, χθες το βράδυ σας ακούσαμε να λέτε ότι δε θα περιμένετε να πέσει η κυβέρνηση σαν ώριμο φρούτο γιατί θα σαπίσει και ότι είναι τώρα η ώρα της ανατροπής. Ζητάτε εκλογές κ. Πρόεδρε;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κυρία Τατσοπούλου, εκλογές έγιναν πριν από τρεις μήνες. Αν θέλαμε να ζητήσουμε εκλογές θα το λέγαμε χωρίς περιστροφές. Σ’ αυτές τις εκλογές δόθηκε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία στον ελληνικό λαό, μια ευκαιρία που χάθηκε κάτω από την πίεση των εκβιασμών, των τρομοκρατικών διλημμάτων αλλά και της εξαπάτησης του ελληνικού λαού.
Σ’ αυτές τις εκλογές χάσαμε τη δυνατότητα σήμερα να έχουμε μια κυβέρνηση που θα μπορεί να κερδίσει όσα δικαιούται ο ελληνικός λαός, που θα μπορούσε να κερδίσει όσα και άλλοι κέρδισαν στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής στις 26 του Ιούνη, όταν απείχε τελείως η ελληνική κυβέρνηση απ’ αυτή την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής για το μέλλον της Ελλάδας κι όταν δε μπήκε καν στον κόπο η ελληνική κυβέρνηση να δώσει το παρόν στη διαπραγμάτευση που άλλοι έκαναν και θα μπορούσε και η Ελλάδα να συμμετέχει σε όσα κέρδισε ο Πρωθυπουργός της Ιταλίας, για την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών δίχως να φορτώνεται το δημόσιο χρέος.
Επιπλέον χάσαμε, εξαντλήσαμε μέσα σ’ αυτούς τους τρεις μήνες από τις εκλογές, τα ισχυρά διαπραγματευτικά όπλα, την ισχυρή διαπραγματευτική δυναμική που ο λαός μας είχε κερδίσει με τους αγώνες του αλλά και το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα είχε φέρει.
Για μας αυτό που έχει τούτη την ώρα σημασία είναι να μη συνεχίζουμε αυτό το δρόμο τον ολισθηρό δρόμο προς την κοινωνική καταστροφή. Εάν τα μέτρα των 11,5 δις ευρώ περάσουν από τη Βουλή και προχωρήσουν σ’ εφαρμογή, τότε στην επόμενη Δ.Ε.Θ. τα προγράμματά μας, οι θέσεις μας για την ανάκαμψη, την ανασυγκρότηση, τη δυνατότητα να σταθούμε στα πόδια μας, θα είναι πολύ λιγότερο ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα σε σχέση με αυτά που λέμε σήμερα.
Άρα λοιπόν, πρώτο μέλημά μας είναι η κοινωνία ν’ αντισταθεί, να μην περάσουν τα μέτρα. Και βεβαίως αν αυτή η κυβέρνηση δεν είναι ικανή να υλοποιήσει τις δικές της δεσμεύσεις, αυτά τα οποία είπε προεκλογικά στον ελληνικό λαό και αυτά που στην ίδια την προγραμματική συμφωνία υπέγραψαν αμέσως μετά τις εκλογές τα τρία κόμματα, τότε είναι βέβαιο ότι θα κριθεί και από την κοινωνία και θα την κρίνουν και οι ίδιοι οι Βουλευτές που τη στηρίζουν.
Εμείς λέμε ένα απλό πράγμα: Αν δεν είστε ικανοί, αν δε μπορείτε να διαπραγματευθείτε, αν δε μπορείτε να υλοποιήσετε τις δικές σας δεσμεύσεις, τότε δεν έχετε κανένα δικαίωμα να καταδικάζετε την κοινωνία, την οικονομία και την Ελλάδα σε μια παρατεταμένη διαδικασία παρακμής. Και οφείλετε να παραχωρήσετε τη θέση σας στις δυνάμεις που θέλουν ν’ ανασυγκροτήσουν την Ελλάδα, στις δυνάμεις που θέλουν να δώσουν τη δυνατότητα στο λαό μας να κρατηθεί όρθιος.
κα ΚΑΒΒΑΔΙΑ («ΝΕΤ TV »): Κύριε Πρόεδρε, διαβάζω από τη χθεσινή σας ομιλία: «Το μνημόνιο, πέρα από τη βίαιη υποτίμηση της εργασίας, των περιουσιών και των επιχειρήσεων, επέφερε και μια ακόμη σημαντική κρίση, την κρίση της δημοκρατίας, επιφαινόμενο της οποίας είναι η ανερχόμενη απειλή του φασισμού». Μιλήσατε για σύγχρονα τάγματα της Χρυσής Αυγής την οποία χαρακτηρίσατε ως γέννημα θρέμμα αλλά και τελευταίο αποκούμπι του συστήματος.
Θέλω να σας ρωτήσω, με δεδομένο ότι εξακολουθούν να υφίστανται και ενδεχομένως να χειροτερέψουν οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι εκτρέφουν τέτοιου είδους φαινόμενα, εσείς, ο ΣΥΡΙΖΑ, πώς θ’ απαντήσετε επί του πρακτέου, πέρα από τη φραστική καταδίκη σ’ αυτού του είδους τα φαινόμενα;
Επίσης, ποιοι είναι αυτοί που απεργάζονται κατά την άποψή σας σχέδια αποσταθεροποίησης όπως καταγγείλατε χθες; Ευχαριστώ.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κυρία Καββαδία, το θέμα της Χρυσής Αυγής είναι πολύ σημαντικό και δεν το εντοπίζουμε εμείς μονάχα σ’ αυτές τις παράνομες δραστηριότητες στους πάγκους των μικροπωλητών όπου εκεί γίνεται μ’ έναν προκλητικό τρόπο αντιποίηση Αρχής.
Όπως είπα χθες στην ομιλία μου και σας επαναλαμβάνω, για μας το μνημόνιο και αυτή η βίαιη πολιτική, δεν επιδρά μονάχα στον κοινωνικό και οικονομικό ιστό, δε διαλύει τον κοινωνικό ιστό, την κοινωνική συνοχή και το πολιτικό σύστημα αλλά αποτελεί μεγάλη απειλή και για την ίδια τη δημοκρατία.
Θεωρούμε ότι αυτή η Οργάνωση που η δράση της βρίσκεται έξω από τα όρια της νομιμότητας, δεν είναι μια τυχαία Οργάνωση κάποιων ανθρώπων που βρίσκονται στα όρια της λογικής. Αλλά είναι το μακρύ χέρι του συστήματος. Και ο φόβος μας, είναι ότι πίσω από τη δράση αυτή μπορεί να κρύβονται και σχέδια αποσταθεροποίησης της δημοκρατίας και του πολιτικού συστήματος.
Όλοι θα έχετε διαπιστώσει ότι πριν από λίγες ημέρες, πέρασε στα ψιλά των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, σήμερα το είδα πρωτοσέλιδο σε μια μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα, αυτό το γεγονός όπου στη Σπάρτη κάποιος έχασε τη ζωή όταν εξερράγη ένας μηχανισμός στα χέρια του, όλως παραδόξως, διαπιστωμένα πλέον ο ίδιος είχε σχέση με την Ακροδεξιά και όλως παραδόξως βρέθηκαν 60 εκρηκτικοί μηχανισμοί. Για ιδία χρήση άραγε; Εμείς ζητάμε με κάθε επισημότητα από τη κυβέρνηση και από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, Προστασίας του Πολίτη, δεν ξέρω πώς έχει μετονομαστεί τώρα, να ρίξουν άπλετο φως σ’ αυτή την υπόθεση. Και ταυτόχρονα προειδοποιούμε όσους επιχειρούν το τελευταίο διάστημα με ιδιαίτερη αφέλεια -πώς να το χαρακτηρίσω;- να ταυτίσουν τη δράση του λαού μας που αντιστέκεται με την δράση αυτών των σκοτεινών ομάδων, θα θέλαμε να τους πούμε λοιπόν ότι είτε επιχειρούν να ξεπλύνουν την δράση της Χρυσής Αυγής, είτε –και αυτό είναι ακόμα χειρότερο– είναι ανιστόρητοι.
Ο κ. Σαχινίδης προχθές στη Βουλή έκανε ένα πολύ μεγάλο ατόπημα. Διότι αυτός ο τόπος έχει ιστορία. Και η θεωρία των άκρων είναι πέρα για πέρα ανιστόρητη. Διότι αυτό που ονομάζουν άκρα σ’ αυτό τον τόπο συναντήθηκαν δυο φορές. Στον τοίχο της Καισαριανής και στον τοίχο της Κοκκινιάς. Και από την μια πλευρά ήταν στημένοι οι αγωνιστές της δημοκρατίας και της κοινωνικής προκοπής και εκτελέστηκαν και από την άλλη οι ταγματασφαλίτες.
Ας σταματήσουν λοιπόν ορισμένοι να επιχειρούν με τόσο μεγάλη ελαφρότητα να συνδέσουν ένα κρίσιμο και επικίνδυνο φαινόμενο για τη δημοκρατία μας με τις κοινωνικές αντιστάσεις. Και εμείς καλούμε όλες τις πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου να αντιληφθούν την μεγάλη ευθύνη που έχουμε όλοι μας απέναντι στα φαινόμενα εκφασισμού της κοινωνίας μας και να δημιουργήσουμε ένα τείχος απέναντί τους.
Χ. ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ (« MEGA »): Κύριε Πρόεδρε, σας άκουσα χθες να θέτετε το διεκδικητικό πλαίσιο μιας κυβέρνησης δικής σας, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές και σχηματίσει κυβέρνηση, το οποίο περιγράφεται από τρία σημεία: Αναστολή πληρωμής τόκων, διαγραφή χρέους και ρήτρα ανάπτυξης για την επαναφορά στις πληρωμές.
Θα ήθελα να ρωτήσω, από πού πηγάζει αυτή η αισιοδοξία σας για επιτυχή έκβαση μιας τέτοιας διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους εταίρους όταν κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν δέχθηκαν όχι να συζητήσουν, αλλά ούτε να συναντήσουν τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Τσιγουρή, πρέπει να σας πω ότι μας ανησυχεί το γεγονός ότι κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης φαίνεται να λειτουργούν με ένα τέτοιο τρόπο που υποτιμούν την ίδια τη δημοκρατία και τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Από την άλλη μεριά όμως θα ήθελα να σας πω ότι, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να συνεχίζει να λειτουργεί μέσα σε ένα πλαίσιο καταφανώς κατάλυσης των δημοκρατικών διαδικασιών.
Εάν λοιπόν ήμασταν κυβέρνηση σήμερα, δεν υπήρχε ούτε μια πιθανότητα να μην δεχθούν να μας συναντήσουν, να μας ακούσουν και να διαπραγματευθούν σκληρά και να υποστούν και απώλεια σε σχέση με τις δικές τους διεκδικήσεις.
Σας θυμίζω άλλωστε ότι όχι μόνο εμείς, αλλά ακόμα και ο Πρόεδρος της Γαλλίας ο σημερινός, ο Φρανσουά Ολάντ όταν ήταν αντιπολίτευση και έλεγε άλλα όμως τότε σε σχέση με αυτά που κάνει τώρα, η διαφορά μας είναι, και γι’ αυτό πανικοβλήθηκαν, ότι εμείς θα τα τηρούσαμε αυτά που λέμε. Σας θυμίζω λοιπόν ότι όταν ήταν αντιπολίτευση και διεκδικούσε την Προεδρία δεν έγινε δεκτός ούτε από την κα Μέρκελ και του συμπεριφέρθηκαν ωσάν να ήταν το μαύρο πρόβατο που δεν ήθελε κανείς να το συναντήσει. Αυτό εμάς δεν μας ενοχλεί. Μας ενοχλεί μονάχα η σκέψη ότι η Ευρώπη μπορεί να κινείται μέσα σε ένα πλαίσιο που αμφισβητεί την ίδια την δημοκρατία.
Όμως θέλω να μπω στην ουσία του ερωτήματός σας κ. Τσιγουρή διότι είναι πολύ ενδιαφέρον. Εμείς χθες παρουσιάσαμε ένα πρόγραμμα, ένα διαφορετικό μοντέλο για την μετάβαση στην μετα-τροϊκανή εποχή. Παρουσιάσαμε την σκέψη μας για το πώς η χώρα θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της, για το πώς θα χτίσουμε ξανά την Ελλάδα την οποία την γκρεμίσανε οι πολιτικές των δυο κομμάτων εξουσίας και το μνημόνιο.
Δεν παρουσιάσαμε ένα πρόγραμμα παροχών. Παρουσιάσαμε ένα πρόγραμμα δημόσιας επένδυσης στην κοινωνική προστασία και στην ανάπτυξη. Και έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να γίνει συζήτηση πάνω σ’ αυτό. Διότι όλοι συζητάμε ίσως και με έναν τρόπο λίγο επικοινωνιακό, για το πού θα βρούμε τα λεφτά, ποιος θα μας δώσει λεφτά, πώς θα μας δανείσουν οι εταίροι, πώς δεν θα μας δανείσουν οι εταίροι, αλλά δεν μιλάμε για την ουσία.
Και η ουσία είναι ότι εάν αυτή η χώρα δεν προσανατολιστεί σε μια παραγωγική διαδικασία, αν δεν μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας, αν δεν μπορέσουμε να έχουμε όραμα γι’ αυτή την διαδικασία της παραγωγικής ανασυγκρότησης, ότι και να μας κάνουν οι εταίροι και οι ξένες δυνάμεις που θα θελήσουμε να μας βοηθήσουν ή θα διεκδικήσουμε, δεν θα τα καταφέρουμε.
Επί της ουσίας όμως συγκρούονται δυο αντιλήψεις στη χώρα μας το τελευταίο διάστημα. Μια είναι η αντίληψη που ακολουθούσε η προηγούμενη κυβέρνηση και η σημερινή κυβέρνηση, η κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου, η κυβέρνηση του κ. Παπαδήμου και τώρα η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά, παρ’ ότι ο κ. Σαμαράς πέρσι έλεγε τα ακριβώς αντίθετα.
Είναι η αντίληψη που λέει ότι η Ελλάδα δεν έχει καμία δυνατότητα διεκδίκησης και διαπραγμάτευσης, ότι η Ευρωζώνη ανήκει στις ισχυρές χώρες και το ευρώ είναι ένα νόμισμα το οποίο δεν ανήκει εξίσου και δεν έχουν ίδια δικαιώματα όσοι το χρησιμοποιούν και άρα πρέπει να πηγαίνουμε ως επαίτες, να είμαστε οι υπάκουοι κρατούμενοι του σωφρονιστηρίου και αν είμαστε καλά παιδιά στο τέλος μπορεί και κάτι να μας δώσουν.
Και μια άλλη αντίληψη, αυτή που εκφράζουμε εμείς η οποία λέει ότι η κρίση δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, είναι ευρωπαϊκή, το πρόβλημα είναι δομικό και αφορά την αρχιτεκτονική του ευρώ και ότι εάν μια χώρα οποιαδήποτε οδηγηθεί σε κατάρρευση ή φύγει από την Ευρωζώνη ή από το ευρώ, τότε η διακινδύνευση του ίδιου του νομίσματος για όλες τις χώρες θα είναι τεράστια. Και αυτό μας δίνει ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά και δυνατότητες, τις οποίες ποτέ καμία κυβέρνηση από τις τρεις τελευταίες δεν αξιοποίησε.
Και αυτές τις δυνατότητες εμείς θέλουμε ν’ αξιοποιήσουμε, αλλά βεβαίως προϋπόθεση για να τις αξιοποιήσουμε είναι ο λαός να μας εμπιστευθεί με μια μεγάλη πλειοψηφία, όχι μια απλή πλειοψηφία για να μπορέσουμε να κάνουμε πράξη όλα αυτά τα οποία υποσχόμαστε.
Δ. ΣΦΕΤΣΑ («ΑΥΓΗ»): Κύριε Τσίπρα θα επιμείνω στο ίδιο ζήτημα. Θα ήθελα να μας πείτε τι συγκεκριμένα θα κάνατε εάν εσείς ήσασταν στην κυβέρνηση και όπως είπατε οι Ευρωπαΐοι αξιωματούχοι αναγκάζονταν να σας συναντήσουν, τι συγκεκριμένα θα διαπραγματευόσασταν για τον τερματισμό του νεοφιλελεύθερου δογματισμού στην Ευρώπη;
Το λέω αυτό γιατί αναφερθήκατε χθες στην ανάγκη να αξιοποιηθεί η συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωζώνη ώστε να σταματήσει η λιτότητα που πλήττει τους ευρωπαϊκούς λαούς. Και αναρωτιέμαι τι πραγματικά περιθώρια υπάρχουν για μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα, που έχει βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην αλλαγή.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κυρία Σφέτσα, δεν είναι τυχαίο ότι γι’ αυτή τη μικρή χώρα που έχει το 2% του ευρωπαϊκού ακαθάριστου προϊόντος και που το χρέος της σε σχέση με το συνολικό ευρωπαϊκό χρέος είναι και αυτό γύρω στο 2,5%, φανταστείτε ότι η Ελλάδα έχει 360 δισεκατομμύρια χρέος όταν η Ιταλία η γειτονική Ιταλία έχει 2 τρισεκατομμύρια χρέος, δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι η Ελλάδα επελέγη ως το πειραματόζωο για να εφαρμοστεί ένα πείραμα εφαρμογής σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, της πολιτικής του σοκ και μετά να εφαρμοστεί και στις υπόλοιπες χώρες σιγά–σιγά.
Και δεν είναι τυχαίο και ότι όταν στην Ελλάδα τα πράγματα φθάσανε στα όριά τους και η κοινωνική αντοχή εξαντλήθηκε και υπήρξε δυνατότητα μιας μεγάλης πολιτικής αλλαγής όλα τα φώτα της Ευρώπης, του κόσμου ολόκληρου έπεσαν πάνω μας.
Εάν η Ελλάδα ήταν μια περίπτωση που δεν θ’ απασχολούσε την Ευρωζώνη η πιθανότητα αποπομπής της από το ευρώ όπως λένε, που δεν υπάρχει θεσμικά αυτή η δυνατότητα, ή εξόδου της από το ευρώ, εάν δεν απασχολούσε κανέναν η πιθανότητα χρεοκοπίας, συνολικής χρεοκοπίας, εννοώ αδυναμίας πληρωμής, στάσης πληρωμών, κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος, τότε δεν θα έπεφταν όλα τα φώτα πάνω μας. θα είχαν ξεμπερδέψει μαζί μας πολύ καιρό πριν.
Και βεβαίως θα είχαν ξεμπερδέψει και για έναν επιπλέον λόγο, διότι μέσα στην λαϊκιστική τους αναφορά στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Γερμανίας, της Φιλανδίας, της Ολλανδίας ότι «ταΐζουμε τους τεμπέληδες Έλληνες» έχουν πραγματικό πρόβλημα φτιάχνοντας όλη αυτή την καρικατούρα εννοώ, έχουν πραγματικό πρόβλημα διαρκώς ν’ αποφασίζουν στα Κοινοβούλιά τους προγράμματα διάσωσης.
Έλα όμως που δεν είναι έτσι απλά τα πράγματα, που είναι δομικό το πρόβλημα. Που το ευρώ δεν μπορεί να σταθεί με την απώλεια μιας χώρας που φεύγει, διότι ο μελλοντικός επενδυτής θα σκεφθεί πάρα πολύ το ρίσκο της επένδυσής του σε ευρώ, όταν το ευρώ θα είναι ένα νόμισμα που έχει αρχίσει να ξηλώνεται σαν το πουλόβερ.
Υπ’ αυτή την έννοια εμείς από την πρώτη στιγμή σας θυμίζω, έχουμε καταθέσει τους άξονες μιας διεκδικητικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με συμμαχίες τόσο με τα κινήματα των πολιτών, των λαών που αντιστέκονται, όσο και με κυβερνήσεις που θα αναγκάζονταν σιγά–σιγά να μπουν σε μια διαδικασία διεκδίκησης και αφορά αυτό που λέω τις κυβερνήσεις του νότου.
Μιλήσαμε για την ανάγκη, πολύ πριν ξεσπάσει έντονα η κρίση, να αλλάξει ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Να δοθεί η δυνατότητα όπως σ’ όλα τα κράτη που έχουν κοινό νόμισμα βεβαίως, τις ομοσπονδίες κρατών, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής για παράδειγμα όταν χρεοκοπεί μια πολιτεία, η Καλιφόρνια ή οποιαδήποτε άλλη, υπάρχει η Κεντρική Τράπεζα ως δυνατότητα ύστατης αποφυγής δανεισμού. Δεν φεύγει η Καλιφόρνια από το δολάριο όταν χρεοκοπεί η Καλιφόρνια.
Μιλήσαμε για την ανάγκη τύπωσης ευρωομολόγου. Μιλήσαμε για την ανάγκη να υπάρξουν επενδύσεις μέσα από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων διότι η κρίση δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστεί με λιτότητα, αλλά μέσα από την διαδικασία αύξησης των επενδύσεων όπως έγινε και με την κρίση του 1929. Δεν μας άκουσε κανείς. Εννοώ στην Ελλάδα. Αυτές οι προτάσεις και οι διεκδικήσεις δεν έγιναν ούτε καν πεδίο διεκδίκησης, όχι αναφοράς στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Εμείς λοιπόν πιστεύουμε ότι η Ελλάδα από πειραματόζωο της κρίσης, όπου θα εφαρμοστεί το πιο σκληρό και εφαρμόζεται το πιο σκληρό νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, ένα πρόγραμμα σοκ που οδηγεί στην κοινωνική καταστροφή μπορεί να γίνει εμβρυουλκός προοδευτικών εξελίξεων σε όλη την Ευρώπη. Κι αυτό το σχέδιο φάνηκε ότι μπορεί να πετύχει τον Ιούνιο. Πήγε πίσω, είναι αλήθεια, αλλά κάνουν λάθος όσοι νομίζουν ότι ξεμπέρδεψαν έτσι εύκολα με τους λαούς.
Ι. ΤΣΩΧΟΣ («ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ»): Καλησπέρα κ. Πρόεδρε. Θα ήθελα μονολεκτικά να σας διατυπώσω τρία ζητήματα που έχουν να κάνουν με την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και να μου δώσετε την απάντηση. Πρώτον, το ότι το κλίμα στην Ευρώπη με τους χειρισμούς του κ. Σαμαρά αλλάζει υπέρ της Ελλάδος. Δεύτερον, την πρόθεση του κ. Σαμαρά να περάσει τα μέτρα με ένα και μοναδικό άρθρο από τη Βουλή όπως ακούμε.
Και τρίτον, την τοποθέτηση του κυβερνητικού εκπροσώπου χθες, του κ. Κεδίκογλου, το σχόλιο που έκανε για την παρουσία σας στην Διεθνή Έκθεση, ότι τάζετε τα πάντα και θυμίζετε όπως είπε ο ίδιος, τον Μαυρογιαλούρο της παλιάς εποχής.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Σε σχέση με το πρώτο θέμα που θέσατε ότι αλλάζει το κλίμα: Τι θα πει αλλάζει το κλίμα; Πηγαίνετε να δείτε σε μια φτωχική οικογένεια ποιο είναι το κλίμα. Σε μια μέση, όχι φτωχική, σε μια μέση λαϊκή οικογένεια ποιο είναι το κλίμα. Πηγαίνετε να δείτε ποιο είναι το πραγματικό κλίμα σε μια οικογένεια που έχει 3 στους 4 άνεργους και έναν εργαζόμενο με 500, 580 ευρώ.
Αν το κλίμα είναι η διάθεση της κας Μέρκελ να χτυπήσει στην πλάτη τον Έλληνα Πρωθυπουργό και να του πει «μπράβο, προχώρα», αυτό ήταν αυτονόητο ότι θα συμβεί όταν ο Πρωθυπουργός πήγε ως ικέτης, επαίτης και μάλιστα ζήτησε και άφεση αμαρτιών από την κα Μέρκελ. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αλλάξει το κλίμα στην πραγματική οικονομία.
Και η μεγάλη μας ανησυχία είναι ότι οδηγούμαστε σε ένα μακρόσυρτο δράμα. Όχι μόνο δεν υπάρχει προοπτική εξόδου από την κρίση, φως στην άκρη του τούνελ όπως έλεγαν κάποιοι, αλλά εδώ επιμένουμε στη λάθος πολιτική, σ’ αυτό το οποίο πέρυσι είχε στηλιτεύσει με πολύ οξύτατους χαρακτηρισμούς από αυτούς που σήμερα σας λέω εγώ ο κ. Σαμαράς, που έλεγε «δεν θα συναινέσω στο λάθος».
Νομίζω λοιπόν ότι το κλίμα αλλάζει προς το χειρότερο στην κοινωνία και το χειρότερο που μπορούμε να υποστούμε είναι να επικρατήσει μια πλήρης απογοήτευση και να συνηθίσουμε με την ιδέα ότι τα πράγματα θα γίνονται ολοένα και χειρότερα.
Σε σχέση με την επιλογή της κυβέρνησης να προχωρήσει τα μέτρα αυτά με ένα μόνο άρθρο: Ακούστε, το πρόβλημα δεν είναι διαδικαστικό, το πρόβλημα είναι ουσιαστικό. Εγώ θέλω να σας κάνω μια πρόβλεψη. Αν υπάρχουν μέτρα 11,5 δις, ακόμα και αν ψηφιστούν, αυτή η κυβέρνηση δεν θα έχει καμία πιθανότητα να μακροημερεύσει.
Γι' αυτό θεωρώ ότι το πιθανότερο είναι να βρουν κάποια χρυσή τομή με την τρόικα. Να μακρύνουν το σκοινί που θα κρεμαστούμε μέσα από τη διαδικασία της επιμήκυνσης, να μακρύνουν δηλαδή τη διάρκεια της δημοσιονομικής σταθεροποίησης, αλλά να συνεχίσουν να δίνουν το ίδιο θανατηφόρο φάρμακο στην ελληνική οικονομία. Αλλά όμως θα ήθελα να επισημάνω για άλλη μια φορά ότι εκτός από την κρίση, που είπα πιο πριν που είναι κοινωνική, πολιτική, οικονομική, υπάρχει και κρίση δημοκρατίας. Θα επιχειρήσουν με ένα μόνο άρθρο να περάσουν όλα αυτά στη Βουλή.
Τις προηγούμενες μέρες είδαμε μια συμπεριφορά αλαζονική απέναντι στους θεσμούς και αντιδημοκρατική. Σας δίνω ως χαρακτηριστικό παράδειγμα το θέμα του Ταμείου Αποκρατικοποίησης, του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, που οι ίδιοι είχαν ψηφίσει ένα νόμο, η προηγούμενη κυβέρνηση, που οι ίδιοι ήταν πάλι, για το με ποια διαδικασία θα ορίζεται η Διοίκηση αυτών των Ταμείων και προέβλεπε την ευρύτατη συμφωνία της αρμόδιας Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής.
Και όταν δεν μπορέσανε να έχουν αυτή την πλειοψηφία, τόσο το χειρότερο για το νόμο. Τον αλλάξανε μέσα από πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, λες και βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση. Και το οδυνηρό είναι ότι αυτές τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, που έχει γίνει ψωμοτύρι, τις υπογράφει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σαν να μη συμβαίνει τίποτα.
Η κατάλυση της δημοκρατίας και των θεσμών είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Κι εμείς είπαμε κάποτε ότι θα τους ταράξουμε στη νομιμότητα. Ναι, θα είμαστε παρόντες μέσα στη Βουλή και έξω από τη Βουλή, για να ελέγχουμε τη νομιμότητα. Διότι η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει κανόνες και δεν μπορούν αυτούς τους κανόνες να τους καταλύουν.
Η υπόθεση SIEMENS, όπου όταν είδαν ότι δεν έχουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να επικυρώσουν έναν κατάπτυστο συμβιβασμό που κουκουλώνει το μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης, αποσύρανε την τροπολογία για να μη χάσουν τη ψηφοφορία και είχαν το θράσος να βγουν και να πουν «δεν χρειαζόταν η τροπολογία, ισχύει η σύμβαση».
Αυτά είναι πρωτοφανή πράγματα και θα τα βρουν μπροστά τους. Αν νομίζουν ότι επειδή έχουν τη δυνατότητα να καλύπτουν με ένα πέπλο σιωπής, διότι υπάρχει μια πρωτοφανής υποστήριξη από μια μεγάλη μερίδα μέσων ενημέρωσης σ’ αυτές τις πρακτικές, αν ήμασταν εμείς κυβέρνηση και κάναμε παρόμοια πράγματα, θα μας είχαν κρεμάσει στα μανταλάκια και σωστά θα έκαναν, διότι η δημοσιογραφία πρέπει να είναι μαχητική και να ελέγχει, αν νομίζουν λοιπόν ότι το πέπλο της σιωπής θα τους δώσει τη δυνατότητα να αποφύγουν την κρίση του λαού κάνουν λάθος.
Και σε σχέση με το τρίτο. Ο κ. Κεδίκογλου για άλλη μια φορά έχει έτοιμες τις ανακοινώσεις του πριν δει τι θα πούμε. Τις ετοιμάζει πρωί-ρωί και τις δίνει το βράδυ. Δεν άκουσε την ομιλία μας. Είναι προφανές.
Μας χαρακτήρισε Μαυρογιαλούρους, τη στιγμή που εμείς καταθέσαμε, μπορεί να διαφωνεί με την άποψη μας, αλλά καταθέσαμε μια ενδιαφέρουσα πρόταση για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Δεν είπαμε τίποτα καινούριο από αυτά που είχαμε πει στην «Αθηναϊδα» σε σχέση με τη δημοσιονομική προσαρμογή.
Αλλά καταθέσαμε κάτι καινούριο, ενδιαφέρον, ανοίγουμε επί της ουσίας τη συζήτηση με τους παραγωγικούς φορείς για το με ποιο τρόπο, με ποια εργαλεία θα ξαναχτίσουμε αυτή την κατεστραμμένη χώρα.
Και θέλουμε την άποψη όλων των κομμάτων, αλλά τη σοβαρή άποψη των κομμάτων. Διότι θα μπορούσε να πει κανένας ότι ο Γκρούεζας δεν μπορεί να μιλάει για Μαυρογιαλούρους, όταν πριν από 2,5 μήνες μας έταζε επαναδιαπραγμάτευση.
Α. ΓΙΟΥΡΜΕΤΑΚΗΣ (« TRT ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ»): Θέλω να σας ρωτήσω κ. Πρόεδρε για μια αντίφαση που διαπιστώνω στον τρόπο με τον οποίον τοποθετείστε απέναντι στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας και στην απόπειρα διόρθωσης του, ασχέτως αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί.
Ενώ στο σκέλος της ανάλυσης για το πώς φτάσαμε μέχρι εδώ, λέτε ότι το πελατειακό σύστημα έδινε δώρα μέχρι τώρα στους υπηκόους για να το ξαναψηφίζουν, τώρα που ήρθε η ώρα να αφαιρεθούν κάποια από τα προνόμια, είτε προσλήψεις, είτε επιδόματα ήταν αυτά τα προνόμια κάποτε, λέτε ότι αυτά είναι κεκτημένα του συνδικαλιστικού κινήματος και των εργαζομένων.
Δεν υπάρχει μια αντίφαση εδώ μεταξύ ανάλυσης και απόπειρας αντιμετώπισης του προβλήματος;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Γιουρμετάκη, αν στο στόχαστρο έμπαιναν κάποια υψηλά επιδόματα ή υψηλοί μισθοί δημοσίων λειτουργών, υπήρξαν και σκανδαλώδεις μισθοί και επιδόματα, και δεν έμπαιναν τα κατώτατα εισοδήματα, νομίζετε ότι θα υπήρχε αντίρρηση; Αλλά εδώ δεν βλέπουμε αυτό.
. Εδώ βλέπουμε ότι αυτό που απασχολεί την τρόικα και τις κυβερνήσεις τα τελευταία 2,5 χρόνια που έχουμε το μνημόνιο, είναι αυτό που λέγεται εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή οριζόντιες περικοπές από τα χαμηλότερα εισοδήματα.
Αλλά μου δίνετε την ευκαιρία, γιατί είναι καίρια η ερώτησή σας να σας πω ότι αυτό το κράτος, το πελατειακό, το ρουσφετολογικό αυτή τη Δημόσια Διοίκηση που έχει αυτές τις τεράστιες λειτουργίες δεν τη φτιάξαμε εμείς. Την κατασκεύασαν καθ’ εικόνα και ομοίωσή τους τα δύο κόμματα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία.
Και ξέρετε ποιο είναι το οξύμωρο; Έρχονται τώρα αυτά τα κόμματα που δημιούργησαν το πρόβλημα με την πελατειακή τους στρατηγική και μας λένε ότι το πρόβλημα που οι ίδιοι δημιούργησαν, πρέπει να λυθεί μέσα από την πλήρη κατάρρευση του κοινωνικού κράτους. Και του δημόσιου χώρου υπό μια έννοια.
Ξέρετε κάτι; Εμείς δεν είμαστε με το κράτος, εμείς είμαστε με την κοινωνία. Και είμαστε με τις ανάγκες της κοινωνίας. Αντιθέτως εμείς με μια γραφειοκρατική αντίληψη, με αυτό το γραφειοκρατικό κράτος βρισκόμαστε σε σύγκρουση, διότι πιστεύουμε ότι ένα γραφειοκρατικό κράτος δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικό σε ότι αφορά την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών.
Όμως μια κοινωνία και μια οικονομία για να αναπνεύσει χρειάζεται δημόσιο φόρο. Η λογική ότι πρέπει να τα δώσουμε όλα στην ιδιωτική σφαίρα είναι καταστροφική, διότι υπάρχουν ορισμένα αγαθά που δεν μπορεί να παραχωρούνται στην ιδιωτική σφαίρα.
Ξέρετε κάτι; Αν δώσουμε αύριο την ΕΥΑΘ και την ΕΥΔΑΠ σε ιδιώτες θα έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα που υπήρξε και σε μια σειρά από ευρωπαϊκές -ή και σε όλο τον κόσμο- περιπτώσεις όπου έδωσαν στην ιδιωτική πρωτοβουλία ένα δημόσιο αγαθό όπως το νερό και είχε άμεσο αποτέλεσμα όχι μονάχα στην υπερτιμολόγηση και στο κόστος πρόσβασης αυτό το αγαθό που είναι απαραίτητο για τη ζωή αλλά και στη δημόσια υγεία.
Αν εκχωρήσουμε την ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΙΣΤΗ σε ιδιώτες όπως πάμε να κάνουμε, δεν θα έχουμε εργαλείο για να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα. Αν εκχωρήσουμε την κοινωνική ασφάλιση σε ιδιώτες, ο ιδιώτης δεν θα σκέφτεται την κοινωνική ανταποδοτικότητα, θα σκέφτεται το κέρδος.
Η αξία με την οποία θα λειτουργεί θα είναι η χρηματιστηριακή αξία των δικών του κερδών και όχι η αξία η κοινωνική της παροχής κοινωνικής ασφάλισης ή η πίστη της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ή η αξία διασφάλισης της πρόσβασης στα άμεσα καταναλωτικά αγαθά.
Υπό αυτή την έννοια εμείς δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με μια αντίληψη που λέει ότι τα πράγματα είναι άσπρο μαύρο ή θα έχουμε ένα Δημόσιο το οποίο θα είναι ρουσφετολογικό, που θα επικρατούν πελατειακές σχέσεις ή όλα στους ιδιώτες.
Εμείς πιστεύουμε ότι μπορούμε να ανασυγκροτήσουμε τη δημόσια διοίκηση στη χώρα μας, μπορούμε να την ανασυγκροτήσουμε με στόχο την αξιοκρατία, τη διαφάνεια, το συμμετοχικό σχεδιασμό, τον κοινωνικό έλεγχο και μπορούμε να έχουμε ένα Δημόσιο που να είναι αποτελεσματικό και να προσφέρει στην κοινωνία, να είναι ανταποδοτικό προς την κοινωνία.
Μ. ΝΤΑΛΙΑΝΗ («ΤΑ ΝΕΑ»): Κύριε Πρόεδρε φαίνεται ότι οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση συζητούν σοβαρά το θέμα της επιμήκυνσης. Εάν ζητηθεί η δική σας συναίνεση ως αξιωματική αντιπολίτευση στο θέμα αυτό τι θα κάνετε;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κυρία Νταλιάνη από τη μια ακούω ότι οι εταίροι μας δεν θέλουν ούτε να μας δουν ζωγραφιστούς και από την άλλη μου λέτε εσείς ότι θα ζητήσουν τη συναίνεσή μας για να περάσει η περιβόητη επιμήκυνση. Ακούστε, εμείς έχουμε άλλη στρατηγική και πιστεύω ότι αυτή η στρατηγική ήταν η μόνη στρατηγική που μπορούσε να αποκομίσει μεγάλα οφέλη για την πατρίδα μας, που ήταν η στρατηγική της ακύρωσης του μνημονίου διότι οδηγεί στην καταστροφή και της επαναδιαπράγματευσης της δανειακής σύμβασης. Αυτό το οποίο είπαμε προεκλογικά και μένουμε σε αυτό.
Ο στόχος μας σε αυτή την επαναδιαπράγματευση της δανειακής σύμβασης έχουμε επαναλάβει πολλές φορές να δοθεί μια λύση, όχι κατ’ ανάγκη μόνο για την Ελλάδα αλλά για όλο τον ευρωπαϊκό νότο, μια συνολική ευρωπαϊκή λύση που θα αντιμετωπίζει την αιτία του προβλήματος, την υποτιμητική κερδοσκοπία στα ομόλογα μέσα από τη δυνατότητα διαγραφής μεγάλου μέρους του χρέους και μέσα από ένα μορατόριουμ στην αποπληρωμή με όρους και με ρήτρες ανάπτυξης. Ένα μοντέλο το οποίο εφαρμόστηκε το 1953 για τη Γερμανία που διαγράφτηκε το 60% του χρέους της Γερμανίας τότε και υπήρξε ρήτρα ανάπτυξης για την αποπληρωμή του υπόλοιπου χρέους.
Αυτό το μοντέλο, αυτός είναι ο στόχος μας και αυτό θα θέλαμε να διαπραγματευτούμε και να φτιάξουμε και συμμαχίες στον ευρωπαϊκό νότο. Τώρα εάν η απάντηση στο πρόβλημα το υπαρκτό, το μεγάλο πρόβλημα το ότι έχουμε ένα χρέος που παραμένει μη βιώσιμο μετά από δύο διαδικασίες κουρέματος 20% και 50% και αυτό είναι πρωτοφανές στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, υπέστημεν δύο χρεοκοπίες με την κυριολεκτική έννοια της κοπής χρέους όχι με την έννοια της ολικής καταστροφής και πάλι έχουμε ένα χρέος μη βιώσιμο. Και μας λένε τώρα κάποιοι ότι η απάντηση σε αυτό είναι να μεταθέσουμε το πρόβλημα στο 2016.
Εμείς λέμε ότι η απάντηση είναι να βρούμε μια λύση, πολιτική λύση, οριστική λύση προς όφελος όχι μόνο της Ελλάδας αλλά συνολικά του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Άρα εμείς δεν προκρίνουμε αυτή την επιλογή και δεν μπορούμε να δώσουμε συναίνεση σε μια επιλογή που επιμένουμε ότι είναι λάθος.
κ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ («ΕΡΑ»): Κύριε Πρόεδρε η ημερομηνία της τελευταίας εκλογικής αναμέτρησης ήταν η 17 η Ιουνίου. Από τότε και μέχρι σήμερα, ακριβώς σήμερα συμπληρώνονται 3 ολόκληροι μήνες.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Περνάει ο καιρός.
κ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Περνάει ο καιρός, πράγματι. Θα το έχετε ακούσει και εσείς και σας το μεταφέρω γιατί το ακούω όχι γιατί είναι δική μου αίσθηση, από εκείνη την ημερομηνία και μέχρι σήμερα λένε πολλοί ότι ασκείτε ήπια αντιπολίτευση. Ότι δεν πρωταγωνιστείτε, ότι αντιδράτε και δεν δράτε, ότι δεν δημιουργείτε εσείς το πολιτικό γεγονός και έτσι οδηγείστε πίσω από τα πολιτικά γεγονότα. Για παράδειγμα, σας κατηγορούν ότι ολόκληρη τη θερινή περίοδο δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ παρών στις εξελίξεις, αντιθέτως φαινόμενα όπως της Χρυσής Αυγής ήταν εκεί και στο πεζοδρόμιο.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Παπαδημητρίου πρέπει να σας πω ότι έχει περάσει η εποχή που θα μπορούσε ένα κόμμα να πατήσει ένα κουμπί να δώσει μια εντολή και να βγουν 300.000 άνθρωποι στο δρόμο. Και δεν νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς να είναι πιστευτός λέγοντας ότι μπορεί να ελέγξει τις κοινωνικές αντιδράσεις.
Όλο αυτό το τρίμηνο το οποίο περιγράφετε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δώσει μια καθοριστική σημασίας μάχη μέσα στη Βουλή για να αναδείξει ζητήματα, για να ελέγξει τη νομιμότητα αλλά και για να προτείνει εναλλακτικούς δρόμους.
Μην ξεχνάτε ότι έχουμε καταθέσει τρεις προτάσεις νόμου όταν η κυβέρνηση με τα βίας έχει φέρει δύο νομοσχέδια. Και ταυτόχρονα επιχειρούμε με όσες δυνάμεις έχουμε, ξέρετε, δεν βρισκόμαστε και σε μια περίοδο που η κομματική ένταξη είναι ένα διαδεδομένο φαινόμενο, αντιθέτως βρισκόμαστε σε εποχές αποστράτευσης αλλά επιχειρούμε με όσες δυνάμεις έχουμε να βρισκόμαστε μέσα στην κοινωνία και κυρίως οργανώνοντας όχι μόνο τις αντιστάσεις αλλά και την αλληλεγγύη.
Και βρισκόμαστε ήδη όπου υπάρχουν τέτοιες προσπάθειες μέσα στον κοινωνικό ιστό για να βρεθούμε δίπλα στους συνανθρώπους μας που έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ένα μέρος της αποζημίωσης της βουλευτικής τη διαθέτουμε για τέτοιου είδους δράσεις και θέλουμε να οργανώσουμε την αλληλεγγύη μέσα στον κοινωνικό ιστό διότι πιστεύουμε ότι τούτη την ώρα η κοινωνία περνάει δύσκολα και πρέπει να μας έχει δίπλα όλους.
Από εκεί και πέρα σε ότι αφορά τη δυνατότητα να ασκήσει κανείς μια αποτελεσματική αντιπολίτευση, θέλω να σας πω ότι είναι σε άμεση συνάρτηση και με τη δυνατότητα να οργανωθούν μέσα από την κοινωνία και από τα κάτω, κοινωνικές αντιστάσεις. Και θέλω να είμαι πολύ καθαρός απέναντί σας απαντώντας το ερώτημά σας.
Θεωρούμε τελείως λαθεμένη τη λογική που λέει ότι θα αναθέσουμε σε μια πολιτική δύναμη να μας λύσει τα προβλήματα, να μας σώσει. Το ακούω όπου πηγαίνω, ξέρετε, «ελάτε να μας σώσετε».
Κανένας δεν θα σωθεί εάν αναθέσει στον ΣΥΡΙΖΑ, στον Τσίπρα, ή στον οποιονδήποτε να τον σώσει. Μπορούμε όλοι μαζί να σωθούμε αν συνειδητοποιήσουμε τη δύναμη που έχουμε στα χέρια μας να πάρουμε την τύχη στα χέρια μας όλοι μαζί όμως. Και ανησυχώ αν θέλετε, μ’ αυτή τη διαδεδομένη αντίληψη μέσα στη κοινωνία της ανάθεσης της ελπίδας στις πολιτικές διεργασίες. Αν δεν υπάρξουν κοινωνικές αντιστάσεις οι πολιτικές διεργασίες από μόνες τους δεν μπορούν να φέρουν τη δυνατότητα και την προοπτική εξόδου από την κρίση.
Αν εμείς αύριο γίνουμε κυβέρνηση αλλά δεν έχουμε τον κόσμο στους δρόμους να διεκδικεί, να αγωνίζεται και να στηρίζεται τις επιλογές μας σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα θα εξανεμίσουμε τη δυναμική μας.
Γι’ αυτό λοιπόν στόχος μας είναι να οργανώσουμε τις κοινωνικές αντιστάσεις και να είμαστε παρόντες σ’ όλες τις μεγάλες πολιτικές συγκρούσεις μέσα και έξω από τη Βουλή.
Θ. ΣΙΧΛΕΤΙΔΗΣ («ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ»): Στη χθεσινή σας ομιλία μιλήσατε για μια νέα Ελλάδα, μια χώρα που θα πρέπει να ξαναχτιστεί, έτσι ώστε αν καταφέρει η χώρα να απαλλαγεί από την τρόικα και το μνημόνιο να μην επιστρέψει ούτε στο 2008, ούτε στο 1998. Είπατε ότι το μεταπολιτευτικό οικοδόμημα απέτυχε. Οι πολιτικοί σας αντίπαλοι όμως σας κατηγορούν ακριβώς γι’ αυτό, ότι δηλαδή προχωράτε, φθάσατε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ίσως και παραπάνω σύντομα, δεν ξέρω, συμμαχώντας ακριβώς με δυνάμεις του χθες. Συμμαχώντας ακριβώς με δυνάμεις που αποτελούν δημιουργήματα αυτού του μεταπολιτευτικού οικοδομήματος στο οποίο εσείς λέτε ότι αποτύχατε. Αυτές οι κατηγορίες είναι προϊόν κάποιας καλπάζουσας φαντασίας δεν έχουν απολύτως καμία βάση; Ευχαριστώ.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Σιχλετίδη, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «καταδικασμένος» να αναζητήσει το καινούργιο και είμαστε αναγκασμένοι και καταδικασμένοι να αναζητήσουμε και το καινούργιο και να προχωρήσουμε και σε πρωτόγνωρα μονοπάτια αν θέλετε διότι οι συνθήκες που ζούμε είναι πρωτόγνωρες. Μας κατηγορούν ότι συμμαχούμε με τις δυνάμεις του χθες.
Αν θεωρούν δυνάμεις του χθες τις δυνάμεις της εργασίας που πλήττονται, τα κοινωνικά στρώματα που είναι μεγάλη μας τιμή που μας υπερψήφισαν στις προηγούμενες εκλογές και έχουμε πάρει τα μεγαλύτερά μας ποσοστά και είμαστε πρώτη δύναμη σ’ όλες τις λαϊκές γειτονιές, αν αυτό θεωρούν δυνάμεις του χθες, τότε θα διαφωνήσουμε μαζί τους και ας μας εξηγήσουν ποιες είναι οι δυνάμεις του αύριο;
Άρα λοιπόν η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας, αυτοί που περνάνε δύσκολα, τα λαϊκά στρώματα είναι οι δυνάμεις του χθες. Επειδή όμως το ερώτημά σας φαντάζομαι ότι έχει να κάνει με τις κατηγορίες που μας προσάπτουν ότι αναζητούμε συμμαχίες με κοινωνικούς χώρους, ή με πολιτικές δυνάμεις που στο παρελθόν βρέθηκαν μέσα στο πλειοψηφικό ρεύμα που συγκρότησε το ΠΑΣΟΚ που σήμερα έχει καταρρεύσει, αν κατάλαβα καλά αυτό είναι το ερώτημά σας, θα ήθελα να σας απαντήσω με ευθύτητα ότι δεν έχουμε τη δυνατότητα, ακόμα και αν το επιδιώκαμε, να αναζητήσουμε συμμαχίες με το χθες, διότι οι συνθήκες σήμερα είναι τελείως διαφορετικές.
Πρέπει να παραδειγματιστούμε και να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας. Να κρατήσουμε όσα θετικά, γιατί υπήρξαν και θετικά, απ’ όλες τις εκδοχές των πολιτικών δυνάμεων που τουλάχιστον σε επίπεδο οραματικό μιλήσανε για κοινωνική δικαιοσύνη και προκοπή, να κρατήσουμε τα θετικά από τις δυνάμεις από τις οποίες και εμείς προερχόμαστε από το Κομμουνιστικό Κίνημα, αλλά να κρατήσουμε και όσα θετικά και από την πορεία του Σοσιαλδημοκρατικού Κινήματος στη χώρα μας.
Άρα δεν έχουμε καμία δικαιολογία να αντιγράψουμε όλα εκείνα που οδήγησαν στη σημερινή παρακμή. Και δεν θα τα αντιγράψουμε. Εμείς θέλουμε να δημιουργήσουμε το καινούργιο. Και το καινούργιο σφυρηλατείται σε μια δημιουργική σχέση μέσα στον κοινωνικό ιστό με τις δυνάμεις εκείνες που υποφέρουν, αλλά και ταυτόχρονα έχουν τη δυνατότητα να είναι παραγωγικές και δημιουργικές. Γι’ αυτό χθες παρουσιάσαμε και ένα πρόγραμμα που αφορά τις δυνάμεις της παραγωγής και της δημιουργίας σε αυτό τον τόπο.
Δ. ΜΑΚΡΗΣ («102.2 FM »): Καλησπέρα Πρόεδρε. Είχα ετοιμάσει μια άλλη ερώτηση που αφορά τις εργασιακές σχέσεις, αλλά θα πιαστώ από κάτι που είπατε απαντώντας στην προηγούμενη ερώτηση, ότι είναι λάθος η λογική που λέει ότι θ’ αναθέσουμε σε μια πολιτική δύναμη να σώσει τη χώρα και ομολογώντας ότι δεν μπορεί βεβαίως ένα κόμμα να αποτελέσει τον σωτήρα στην κατάσταση που βρίσκεται ειδικότερα σήμερα η χώρα μας.
Και θυμήθηκα με την ευκαιρία ένα άρθρο που έγραψε ο Περικλής Κοροβέσης στο διαδίκτυο πριν από μερικές εβδομάδες αναφερόμενος στην Χρυσή Αυγή και έλεγε ότι, είναι πολύ πιθανόν αν ο ΣΥΡΙΖΑ που φαίνεται πολύ λογικό, σύντομα αναλάβει κάποιες κυβερνητικές ευθύνες, σε περίπτωση που αποτύχει ποια θα είναι η κατάσταση της χώρας και ποιο θα είναι το μέλλον της Αριστεράς στη χώρα μας, παίρνοντας υπόψη και τις δημοσκοπήσεις βεβαίως για την Χρυσή Αυγή το τελευταίο διάστημα.
Υπάρχει το άγχος, αυτή η ιδιαίτερη ευθύνη την αισθάνεστε για τον ΣΥΡΙΖΑ και για την Αριστερά σ’ ότι αφορά το ζήτημα αυτό της Χρυσής Αυγής;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Ανεξάρτητα από τον κίνδυνο να ανέβουν, να διαδοθούν στη κοινωνία και στον λαό μας που υποφέρει μισαλλόδοξες ρατσιστικές αντιλήψεις που είναι υπαρκτός, εμείς αισθανόμαστε την ευθύνη για την πορεία του τόπου, αλλά αισθανόμαστε και βαριά την ευθύνη όχι μόνο για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες αλλά συνολικά για την Ευρώπη, διότι η δυνατότητα στην καρδιά της κρίσης και στην καρδιά της καπιταλιστικής Ευρώπης η Αριστερά να αναλάβει την διακυβέρνηση για να φέρει τον λαό στην εξουσία και ν’ αλλάξει την προδιαγεγραμμένη πορεία προς την καταστροφή που είναι η νεοφιλελεύθερη πορεία για την Ελλάδα και την Ευρώπη είναι μια ιστορική ευθύνη που ξεπερνάει τα στενά πλαίσια μιας χώρας. Ναι, αισθανόμαστε βαριά και μεγάλη αυτή την ευθύνη. Όμως είμαστε και αποφασισμένοι να φθάσουμε ως το τέλος.
Είμαστε αποφασισμένοι διότι γνωρίζουμε ποιες θα είναι οι συνέπειες για τον λαό μας, αλλά ποιες θα είναι οι συνέπειες και για τους λαούς της Ευρώπης, αν ολοκληρωθεί αυτό το πείραμα. Και το πείραμα είναι σαφές τι στόχευση έχει.
Ο στόχος των κυρίαρχων νεοφιλελεύθερων δυνάμεων που βρίσκονται σήμερα στην ευρωπαϊκή ηγεσία, δεν είναι η διάλυση του ευρώ, το ευρώ κερδίζουν, ο στόχος είναι να φτιάξουν μια τεράστια οικονομική ζώνη στη περιφέρεια της Ευρώπης που θα περιλαμβάνει φυσικά τον ευρωπαϊκό νότο όπου θα ευδοκιμεί αυτό το είδος του λευκού Κινέζου εργαζόμενου. Δηλαδή του εργαζόμενου που θα αμείβεται με μισθούς Κίνας. Όπου θα υπάρχει ανασφάλεια, όπου δεν θα υπάρχει κοινωνικό κράτος. Έχουμε δηλαδή αυτή την λατινοαμερικανοποίηση της κοινωνικής και πολιτικής ζωής.
Προεκλογικά εμείς λέγαμε ότι η Ελλάδα και ο Ευρωπαϊκός Νότος απομακρύνεται από την Ευρώπη και προσεγγίζει την Αφρική, σε ότι αφορά τις εργασιακές συνθήκες. Λοιπόν είναι μεγάλη η ευθύνη που έχουμε να αποτρέψουμε αυτή την πορεία. Αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για να αποτρέψουμε αυτή την πορεία είναι να έχουμε πρωταγωνιστή στις εξελίξεις το λαϊκό κίνημα. Και όπως είπα και πιο πριν όχι με μια λογική ανάθεσης.
Βλέπω το τελευταίο διάστημα ότι υπάρχει η διάχυτη αυτή εντύπωση στην κοινή γνώμη, στη κοινωνία μας. Όλο το διακύβευμα στο πολιτικό σκηνικό. Δεν είναι έτσι. Εμείς έχουμε πιθανότητα να κάνουμε μια ιστορική αλλαγή, μια ιστορική ανατροπή για την Ελλάδα και την Ευρώπη, στο βαθμό που μπορούμε να έχουμε το λαϊκό κίνημα και στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη στη πρώτη γραμμή της διεκδίκησης.
Γι’ αυτό λοιπόν για μας είναι πάρα πολύ σημαντικό που είδαμε στην Ισπανία, στις πλατείες στην Porta Del Sol , στην Ιταλία κινητοποιήσεις, θα δούμε στη Γαλλία το επόμενο διάστημα κινητοποιήσεις. Θα δούμε τον λαό να βγαίνει στο προσκήνιο, τις λαϊκές τις κοινωνικές δυνάμεις να βγαίνουν στο προσκήνιο.
Διότι για μας αυτή η Ευρώπη, η Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού, η Ευρώπη με μια ηγεσία υποταγμένη στις αγορές και στα κελεύσματά τους δεν έχει προοπτική, δεν έχει μέλλον.
Υπ’ αυτή την έννοια θα έλεγα ότι, για να επανέλθω στο ερώτημά σας διότι παρασύρθηκα, δεν έχει να κάνει μόνο με την άνοδο της Χρυσής Αυγής αυτή η μεγάλη ιστορική ευθύνη που αισθανόμαστε.
Βεβαίως είναι προφανές ότι και το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ από μια πλευρά και η επιτυχία του είναι ίσως και το τελευταίο ανάχωμα της δημοκρατίας σ’ αυτό τον τόπο. Διότι εάν και εμείς δεν τα καταφέρουμε, τότε έρχεται δυστυχώς ένα κύμα εκφασισμού που δεν πρέπει η Ευρώπη να το ξαναζήσει, όπως το έζησε την δεκαετία του ’30 με τα γνωστά αποτελέσματα για την ανθρωπότητα.
Π. ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΣ («Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»): Η μία από τις δεσμεύσεις τις οποίες αναλάβατε, είναι για την αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της χώρας και για την αξιοποίηση αυτού του γεωπολιτικού ρόλου. Εγώ θα ήθελα να ξέρω εάν στο πλαίσιο αυτό που οραματίζεστε η συνεργασία που υπάρχει αυτή τη στιγμή της Ελλάδας και της Κύπρου σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες με το Ισραήλ, χωράει σε αυτό το πλαίσιο ή το Ισραήλ είναι εκτός πλαισίου;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Γαλιατσάτο, εξέφρασα χτες και εκφράζουμε διαρκώς όποτε τοποθετούμαστε, την πεποίθηση ότι η χώρα πρέπει να αποκτήσει μια νέα εθνική στρατηγική σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, την οποία εμείς την ονομάζουμε «πολυδιάστατη φιλειρηνική ενεργητική εξωτερική πολιτική».
Αυτό σημαίνει ότι με μια σειρά από χώρες ακόμη και με αυτές που συμφωνούμε με τη στρατηγική τους, με τις θέσεις τους, με τις επιδιώξεις τους, θα επιδιώκουμε να έχουμε εμπορικές σχέσεις. Άλλο πράγμα όμως οι εμπορικές σχέσεις και οι σχέσεις που μπορεί να είναι επωφελείς και για τις δυο πλευρές και άλλο πράγμα η στρατηγική, η στρατιωτική συνεργασία.
Δεν συμφωνούμε με μια στρατηγική και στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ, διότι αυτό εγκυμονεί κινδύνους για τη χώρα μας. Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι μέρος της κρίσης στη Μέση Ανατολή, αλλά πρέπει να είναι μέρος της αναζήτησης λύσης στη Μέση Ανατολή, στην πολύπαθη αυτή Μέση Ανατολή. Και βλέπουμε ότι πυκνώνουν απειλητικά σύννεφα στη Συρία, στο Ιράν.
Υπό αυτή την έννοια νομίζω ότι είμαστε ξεκάθαροι: ναι σε εμπορικές σχέσεις ναι σε εποικοδομητικές σχέσεις με όλες τις χώρες με όλους τους λαούς, ναι στην ασφάλεια στη σταθερότητα, στην ειρήνη, όχι σε σχέσεις που εγκυμονούν κινδύνους και για τα εθνικά μας συμφέροντα και για την ακεραιότητα του ελληνικού λαού, αλλά και για τα συμφέροντα της ειρήνης και της ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή.
Φέρνετε το παράδειγμα των υδρογονανθράκων στην Κύπρο. Θέλω να σας πω ότι αυτό είναι ένα πιλοτικό παράδειγμα για μας. Δεν είναι μόνο το Ισραήλ.
Η κυβέρνηση Χριστόφια παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα έχοντας απέναντι μια Τουρκία που όχι μόνο καιροφυλακτεί, κατέχει για 37 χρόνια το μισό κομμάτι της Κύπρου, παρ' όλα αυτά κατάφερε –πράγμα το οποίο ποτέ δεν επιδίωξαν οι ελληνικές κυβερνήσεις- να λύσει και να προχωρήσει σε ένα πολύ δύσκολο θέμα, που αφορά τη δυνατότητα ενός υψηλού επιπέδου ζωής και βιωσιμότητας για μια χώρα. Διότι όταν μια χώρα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιεί τους ενεργειακούς της πόρους, τότε μπορεί, αν τους αξιοποιεί και σωστά, να έχει ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο. Εμείς δεν το κάναμε αυτό.
Αλλά στην Κύπρο η κυβέρνηση Χριστόφια δεν επέλεξε μονάχα το Ισραήλ, επέλεξε να συμμαχήσει με μια σειρά από δυνάμεις από το ευρύτερο φάσμα, όπου εδώ οποτεδήποτε συζητούσαμε την ανάγκη να υπάρξει για παράδειγμα συνεργασία ή διακρατικές συμφωνίες με τη Ρωσία ή με την Κίνα, έλεγαν ότι αυτά δεν γίνονται διότι ανήκουμε στη Δύση.
Θέλω να σας πω ότι για μας είναι πιλοτική αυτή η κατεύθυνση και κυρίως είναι πιλοτική σε ό,τι αφορά και το μοντέλο αξιοποίησης. Διότι εκεί αντιγράφουν το νορβηγικό μοντέλο αξιοποίησης, δηλαδή με έναν ισχυρό δημόσιο πυλώνα, μια δημόσια επιχείρηση η οποία συμπράττει μέσω διακρατικών συμφωνιών με άλλες δυνάμεις οι οποίες θέλουν να επενδύσουν, διότι δεν μπορούμε μόνοι μας να επενδύσουμε δεν έχουμε την οικονομική δυνατότητα, και τα οφέλη τα μελλοντικά σημαντικά οφέλη από αυτή την αξιοποίηση, να επιστρέφουν στην κοινωνία, στο ασφαλιστικό σύστημα, στην χρηματοδότηση κοινωνικών αναγκών και όχι να πηγαίνουν στον ιδιωτικό τομέα.
Εδώ ακολουθούμε το ακριβώς αντίθετο μοντέλο, το μοντέλο της εκποίησης του δημόσιου πλούτου και των εργαλείων ανάπτυξης που μπορεί να έχει μελλοντικά η οικονομία μας.
Κ. ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ («ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ»): Κύριε Πρόεδρε οι πολιτικοί σας αντίπαλοι χρησιμοποιώντας ως πάτημα μια αναφορά σας στη Βουλή, σας προσάπτουν ότι επενδύετε στη χρεοκοπία της χώρας, στο πρότυπο της Αργεντινής. Από το κυβερνητικό επιτελείο δε υπήρξε η αιχμηρή επισήμανση ότι «ο Τσίπρας της Αργεντινής έφυγε με ελικόπτερο».
Επειδή διαμορφώνεται ένα τοπίο θολό και τρομοκρατικό σε σχέση με αυτό το ζήτημα στην κοινή γνώμη, ο ΣΥΡΙΖΑ πως συνδέει την εμπειρία της Αργεντινής με το ελληνικό πρόβλημα; Ευχαριστώ.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Σαββόπουλε πρέπει να σας πω εισαγωγικά ότι η λέξη χρεοκοπία είναι μια λέξη την οποία μπορεί κανείς να τη χρησιμοποιήσει εννοώντας διαφορετικά πράγματα.
Αν τη χρησιμοποιήσουμε κυριολεκτικά –γι' αυτό έχει σημασία τι εννοεί κανείς όταν μιλάει για χρεοκοπία- αν τη χρησιμοποιήσουμε με την κυριολεκτική της ερμηνεία σημαίνει κοπή χρέους. Χρεοκοπία λοιπόν έχουμε κάνει δυο φορές μέχρι τώρα και την πανηγυρίσαμε ως εθνική σωτηρία.
Η πρώτη κοπή χρέους 20% από την κυβέρνηση Παπανδρέου και η δεύτερη από την κυβέρνηση Παπαδήμου με το PSI, το επιλεκτικό και οδυνηρό αυτό PSI για τα ασφαλιστικά Ταμεία και πανηγυρίστηκε αυτή η χρεοκοπία δεόντως.
Αν όμως με τον όρο χρεοκοπία εννοούμε μια γενική κατάρρευση, ένα χρηματοπιστωτικό black out μια γενικευμένη στάση πληρωμών από όλους προς όλους, είναι προφανές ότι αυτή είναι μια καταστροφική προοπτική, την οποία εμείς τουλάχιστον με την πολιτική μας και με τις παρεμβάσεις μας προσπαθούμε και διεκδικούμε να την αποτρέψουμε.
Το αντίθετο κάνουν οι πολιτικές αυτές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα. Και είναι πολύ ενδιαφέρον το παράδειγμα της Αργεντινής, διότι στην Αργεντινή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο οδήγησε σε αυτή την γενικευμένη καταστροφή. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με τις πολιτικές που επέβαλλε και με την Κυβέρνηση Ντε Λα Ρο ύα τότε, που ήταν πρόθυμη να τις εφαρμόσει.
Εγώ θέλω να φύγω από τη δημαγωγία της κυβέρνησης και τη στρεψοδικία, διότι αν θέλουμε να κάνουμε συγκρίσεις ο Έλληνας Ντε Λα Ρο ύα είναι ο κ. Σαμαράς, αυτός εφαρμόζει αυτή την πολιτική. Άρα ο κίνδυνος να φύγει κάποιος με ελικόπτερο από τη χώρα, αφορά μάλλον τον κ. Σαμαρά που εφαρμόζει αυτή την πολιτική.
Όμως θέλω να μείνουμε επί της ουσίας. Η Αργεντινή με την Ελλάδα έχει σημαντικές ομοιότητες και σημαντικές διαφορές. Η ομοιότητα είναι η πολιτική του νεοφιλελεύθερου σοκ η πολιτική της λιτότητας, που εφαρμόζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και εκεί και εδώ με τη βοήθεια βεβαίως εδώ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι αυτή που οδηγεί προς την καταστροφή.
Οι ομοιότητες και οι συγκρίσεις μέχρι στιγμής σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα της πολιτικής δεν είναι ευνοϊκές για την Ελλάδα. Εκεί η ύφεση κράτησε 4 χρόνια εδώ είμαστε ήδη στον 5 ο χρόνο ύφεσης, εκεί είχαμε ανεργία στο pick της ύφεσης 20%, ενώ πλησιάζουμε το 30%. Εκεί είχαμε μείωση εισοδήματος 11-12% εδώ έχουμε φτάσει στο 30%.
Εκεί η ύφεση έφτασε η μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος το 25% εδώ πάμε για 30% άρα συγκρίσεις που δείχνουν ότι είμαστε σε δυσμενέστερη θέση και άρα αυτό που είπα ότι πάμε χειρότερα, δεν ήταν ένα σχήμα λόγου.
Αλλά φυσικά υπάρχουν και τεράστιες διαφορές που δεν μπορούμε να τις αγνοήσουμε. Η πρώτη διαφορά είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει μια παραγωγική βάση δυστυχώς και γι' αυτό καταθέσαμε αυτή την πρόταση χτες, που να μπορεί να πατήσει στις δυνάμεις της να έχει επάρκεια, να έχει προοπτική. Άρα αν επέλθει η καταστροφή όπως και στην Αργεντινή εδώ με βάση τις πολιτικές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, θα είναι πιο οδυνηρές οι συνθήκες εδώ από ό,τι ήταν στην Αργεντινή.
Η δεύτερη και σημαντικότερη διαφορά είναι αυτή που είπα από την αρχή: Η Ελλάδα είναι μια χώρα της Ευρωζώνης, η Ελλάδα έχει ως εθνικό νόμισμα το ευρώ. Η Αργεντινή είχε εθνικό νόμισμα, συνδεδεμένο με ένα άλλο νόμισμα. Και αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά.
Μια διαφορά από την οποία απορρέουν και θετικά και αρνητικά. Και αν θέλετε εμείς λέμε ότι πρέπει ν’ αξιοποιήσουμε τα θετικά. Ότι είναι ένα ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο το ότι η Ελλάδα έχει ευρώ, αν δεν είχε ευρώ η Ελλάδα πολύ πιο σύντομα απ’ όσο νομίζουμε θα είχε αφεθεί στην τύχη που άφησε την Αργεντινή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και θα είχαν φύγει άλλοι με ελικόπτερο, οι προηγούμενοι του κ. Σαμαρά.
Άρα λοιπόν να είμαστε σοβαροί όταν κάνουμε συγκρίσεις και να φύγουμε απ’ αυτή την προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων και να μιλήσουμε επί της ουσίας για την προοπτική αυτής της χώρας, για τις διαπραγματευτικές δυνατότητες που εξαντλούμε και να δούμε επιτέλους πώς μπορεί να ζήσει αυτός ο λαός όταν διαρκώς θα του στερούν τη δυνατότητα να παίρνει ανάσες, να επιβιώνει και να έχει αξιοπρέπεια.